
Ταινία: Το Συμβάν (The Happening)


Ευτυχώς το INLAND EMPIRE είναι από τις πιο ιδιότροπες, προσωπικές ταινίες του σκηνοθέτη (όσοι έχετε δει το θρυλικό Eraserhead θα ξέρετε για τι μιλάω). Για μένα είναι -μαζί με το Lost Highway- ότι πιο ολοκληρωμένο μας έχει δώσει τελευταία. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια ο Lynch περιλαμβάνει σε μια ταινία του συναίσθημα σαν αυτό του Mulholland Drive, ένα δυνατό σενάριο όπως στο Lost Highway, αφήνοντας πίσω τις super-στυλιζαρισμένες εικόνες του και τα "πλούσια" soundtracks του Badalamenti. Αντ' αυτών, στρέφεται σε ένα πιο αυθόρμητο, πιο ωμό look με την digital camera και την παρανοϊκή μουσική του Penderecki.
Η κάμερα ακολουθεί τον ήρωα μας να περιπλανάται ανάμεσα στους τραυματίες: σε αυτή τη συνεχόμενη σκηνή βλέπουμε την φρίκη σε όλες τις εκφάνσεις της καθώς και την ανάγκη για την επιστροφή στην πατρίδα, στους ανθρώπους που περιμένουν εκεί. Με ένα συνεχόμενο πλάνο η κάμερα μας δείχνει τους Άγγλους στρατιώτες να κάθονται αποσβολωμένοι, άλλους να τρέχουν σαν τρελοί, και μια ομάδα από αυτούς να τραγουδά έναν ύμνο εμψύχωσης για την ειρήνη -- όλα αυτά καθώς ο ήλιος δύει και με τη συνοδεία μιας βαθιάς μελωδίας από τσέλο. Το καταπληκτικό είναι ότι όλα αυτά γίνονται όπως είπα με ένα μόνο πλάνο (single shot), αφού η κάμερα αποτυπώνει αυτή τη σκηνή χωρίς καμία διακοπή (είναι ένα πολύ δύσκολο τεχνικό επίτευγμα να συγχρονίσεις τόσους κομπάρσους χωρίς το παραμικρό cut μέχρι να τελειώσει η λήψη 5 ολόκληρα λεπτά αργότερα !!! ) Ο σκηνοθέτης προτίμησε στη σκηνή αυτή να μην απεικονίσει καμία μάχη, αλλά ούτε την ίδια την υποχώρηση, παρά μόνο να σκιαγραφήσει την ψυχολογία και το ηθικό των στρατιωτών. Ριψοκίνδυνο εγχείρημα που τελικά σε συνεπαίρνει συναισθηματικά με την αμεσότητά του.
Όπως θα παρατηρήσατε δεν έχω αναφέρει τίποτα ακόμα για το σενάριο και ούτε πρόκειται. Και αυτό γιατί δεν πιστεύω ότι παίζει κάποιον ουσιαστικό λόγο. Πολλοί είπαν ότι η ταινία είναι μία επική βιογραφία (bioepic), άλλοι ότι έχει να κάνει με το πετρέλαιο και το πόσο άπληστοι μπορούν να γίνουν οι άνθρωποι. Άλλοι ότι το κεντρικό θέμα είναι οι οικογενειακές σχέσεις.Επέστρεψα λοιπόν. Και είπα να συνεχίσω το blogging με κάτι που αγαπώ αλλά ο χρόνος δεν μου επέτρεπε να ασχοληθώ: τον κινηματογράφο. Πέρα από τον ελεύθερο χρόνο, αφορμή στάθηκε και ένα άρθρο στο περιοδικό Σινεμά. Ανάμεσα λοιπόν στα διάφορα posts μου, θα κάνω και κριτική σε ταινίες που βλέπω, ξεκινώντας με τις υποψήφιες για oscar καλύτερης ταινίας. Και συγκεκριμένα με το Juno... Μια ταινία που το κοινό είτε λατρεύει είτε βαριέται, σύμφωνα με το imdb, από έναν σκηνοθέτη το όνομα του οποίου ομολογώ ότι άκουγα για πρώτη φορά.
JUNO
Director: Jason Reitman
Αξιολόγηση: 4/11
Ξεκίνησα με το Juno επειδή Κυριακή βράδυ ήθελα να δω κάτι ανάλαφρο, μία κωμωδία (δεν μου αρέσει να χωρίζω τις ταινίες σε κατηγορίες, άλλα από το πολύχρωμο poster της ταινίας και τις κριτικές που αναγράφονται σε αυτό, κωμωδία θα την χαρακτήριζες).
Το σενάριο με λίγα λόγια: η πρωταγωνίστρια Juno, 16 ετών και μαθήτρια γυμνασίου, μένει έγκυος από έναν συμμαθητή της και αποφασίζει να δώσει το μωρό για υιοθεσία σε ένα πλούσιο ζευγάρι που το έχει ανάγκη.
Η ταινία με απογοήτευσε για πολλούς λόγους, και όλοι έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι πάντα διαβάζω πολλές κριτικές προτού δω μια ταινία, οπότε αυτλη τη φορά είχα μεγάλες προσδοκίες. Μερικές κριτικές (όπως π.χ. ο πάντα υπερβολικός Roger Ebert) έκαναν λόγο για μία συγκλονιστική ερμηνεία από την πρωταγωνίστρια Ellen Page. Την ερμηνεία της την βρήκα καλή, αλλά τίποτα παραπάνω. Άλλωστε ο ρόλος είναι τέτοιος που δεν σου δίνει την ευκαιρία να αποδείξεις στο έπακρο το ερμηνευτικό σου ταλέντο. Μάλιστα θα έλεγα ότι αρκετές φορές ο διάλογος φάνταζε αφύσικος, αν και αυτό μπορεί να οφείλεται στο σκηνοθετικό ύφος της ταινίας.
Το σενάριο της Diablo Cody είναι πρωτότυπο επειδή αποφεύγει τα κλισέ (π.χ. τον τρόπο που αντιμετωπίζουν την εγκυμοσύνη της Juno οι γονείς της), σε τέτοιο βαθμό όμως που γίνεται υπερβολικό, ιδιαίτερα με τον επιτηδευμένο διάλογο που προανέφερα (αρκετοί Αμερικάνοι άλλωστε συμφωνούν ότι η νεολαία δεν μιλάει χρησιμοποιώντας τόσο πολύ jargon και μάλιστα το συγκεριμένο των ηρώων της ταινίας). Τώρα όσον αφορά το χιούμορ της ταινίας: βασίζεται κυρίως σε ατάκες που οι νεαροί πρωταγωνιστές πετάνε με απάθεια και πραγματικά πιστεύω ότι απευθύνεται κυρίως σε αγγλόφωνο κοινό. Δεν νομίζω ότι είναι το είδος των αστείων που θα έκαναν, π.χ. έναν Ευρωπαίο να γελάσει, μάλλον επειδή το ύφος τους είναι τόσο απόμακρο από την κουλτούρα μας και την πραγματικότητα μας. Επίσης παρατήρησα ότι οι ατάκες λέγονται με με κάπως στημένο τρόπο, αλλά ίσως να έχω και άδικο.
Η σκηνοθεσία τώρα... Λιτή, απέριττη, αργή (χωρίς όμως να κάνει βαρετή την ταινία). Προσωπικά θα προτιμούσα πιο γρήγορους, upbeat ρυθμούς για τέτοιου είδους ταινία, που θα τόνιζαν την εκκεντρικότητα των χαρακτήρων και τον "εξωτικό" διάλογο των πρωταγωνιστών. Βέβαια η σκηνοθεσία είχε και κάποια στοιχεία που μου άρεσαν πολύ, όπως η χρήση διαφόρων θεμάτων (η καρέκλα, το jogging που έκανε η ομάδα του συμπρωταγωνιστή με τα χρυσά σορτσάκια, η εναλλαγή των εποχών, κτλ.) Επίσης, λίγα λόγια για την μουσική: όπως και ι ίδια η ταινία, η μουσική είτε θα σας ξετρελάνει, είτε θα σας εκνευρίσει. Προσωπικά την βρήκα ενοχλητική. Ναι μεν πιστεύω ότι έδενε με το "aloof" ύφος της ταινίας, αν και πολλοί είναι αυτοί που θα προτιμούσαν punk ή ροκ κομμάτια (όπως άλλωστε δηλώνει ότι ακούει και η Juno αρκετές φορές μες στη ταινία). Όπως έχει, η μουσική αποτελείται από υποτονικά κομμάτια για κιθάρα με παιδικά αστείους στίχους και απλοϊκές (σχολικές;) μελωδίες.
Το συμπέρασμά μου: το Juno σίγουρα δεν είναι μια άσχημη ταινία, άλλωστε έχει πάρει μερικές διθυραμβικές κριτικές. Προσωπικά, την βρίσκω αδιάφορη και θα μπορούσα να είχα κάνει κάτι πιο εποικοδομητικό, όπως να διαβάσω ένα βιβλίο ή να έβλεπα μία καλύτερη ταινία. Σίγουρα για μένα (και για πολλούς άλλους) αποτελεί την πιο υπερεκτιμημένη ταινία της χρονιάς. Ο κριτικός της Guardian, Peter Bradshaw (με τον οποίο τις περισσότερες φορές συμφωνώ, όσο με κανέναν άλλον κριτικό ίσως) την αξιολογεί ως άριστη, και προσθέτει ¨"...the film has the ephemeral charm of a great pop song." Ακριβώς σε αυτό θα μείνω, ότι ναι μεν μπορεί να είναι χαριτωμένη, αλλά πραγματικά δεν νομίζω ότι έχει κάποια διαχρονική αξία (όπως οφείλει κάθε πραγματικό έργο τέχνης -- και αν δεν αποτελεί υψηλό έργο τέχνης τότε δεν δικαιολογεί μερικές από τις κριτικές που έχει πάρει). Σίγουρα όμως θα θεωρηθεί cult, κυρίως από την offbeat νεολαία, κυρίως λόγω της χαρακτηριστικής μουσικής και τις "cool" αμερικανικές ατάκες. Με μία λέξη, συμπαθητική.