Thursday, June 25, 2009

Belle de Jour

(Η Ωραία της Ημέρας)
belle_de_jour

Τίτλος: Belle de Jour (1967) (Η Ωραία της Ημέρας)
Σκηνοθέτης: Luis Buñuel
Παραγωγή: 1967

Έξοχη ταινία. Θυμάμαι είχα πρωτοδεί το Belle de Jour, σε μία επανέκδοση πριν κάποια χρόνια. Το ξαναείδα πρόσφατα και δεν περίμενα να μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση (σκεπτόμενος ότι μάλλον δεν είναι από τις καλύτερες του Buñuel, αν και ομολογουμένως είναι η πιο προσιτή του).

Η Catherine Deneuve –δεν θυμάμαι να την έχω δει πιο γοητευτική- υποδύεται την Séverine Serizy, μια ευσεβή, αριστοκρατική γυναίκα που ζει σε ένα πολυτελές διαμέρισμα με τον γοητευτικό χειρούργο σύζυγό της και φαντασιώνεται ερωτικές σκηνές σαδομαζοχισμού και ταπείνωσης. Σύντομα θα αποφασίσει να εργαστεί κρυφά σε οίκο ανοχής τα απογεύματα, κάνοντας έτσι μία διπλή ζωή.

belledejoubedr

Η ερμηνεία της Deneuve είναι η καλύτερη μάλλον που έχω δει από την ίδια κι αυτό γιατί ο ρόλος της αριστοκρατικής, συγκρατημένης πόρνης πολυτελείας της ταιριάζει γάντι (!!!) Η μεταμόρφωσή της όταν θα ερωτευθεί τον επικίνδυνο εγκληματία Marcel (άλλη μία έξοχη ερμηνεία από τον Pierre Clementi) είναι άξια θαυμασμού για το πως καταφέρνει να αλλάξει εσωτερικά, παραμένοντας φαινομενικά η ίδια! Για μένα αυτό είναι το μεγαλείο της πραγματικά εξαιρετικής ερμηνείας: σχεδόν αδιάκριτες αλλαγές στον τρόπο συμπεριφοράς του ηθοποιού, που σε πείθουν αυτομάτως ότι έχει γίνει μία εσωτερική μεταμόρφωση, χωρίς ωστόσο αυτή η αλλαγή να είναι ορατή στο ανεξοικείωτο μάτι του μέσου θεατή!

Ο Buñuel με στωική, απέριττη σκηνοθεσία, αποφεύγει κάθε συναισθηματισμό και υπερβολή και μπαίνει κατευθείαν στην ουσία. Μοναδικό τέχνασμα, που ξεφεύγει από την αποστασιοποιημένη κινηματογραφική του αντικειμενικότητα, οι σκηνές ερωτικών φαντασιώσεων που συνοδεύονται από τον ήχο των αλόγων που σέρνουν το κάρο, και που με τη σειρά τους δημιουργούν μία ονειρική ατμόσφαιρα, τρομακτική και ψυχρή ταυτόχρονα. Και σε αυτό το σημείο να κάνω και μία αναφορά στο χιτσκοκικό σασπένς που δημιουργεί ο σκηνοθέτης και πραγματικά σε καθηλώνει από την πρώτη κιόλας σκηνή της ταινίας.

Belle_de_jourkeyhole

Το να πει κανείς ότι το νόημα της ταινίας είναι η αποτύπωση της πτώσης της μπουρζουαζίας και της καλής κοινωνίας, είναι σαν να μειώνει το έργο σε αυτονόητα κλισέ. Η ταινία έχει πολύ μεγαλύτερο βάθος και πιστεύω ότι δεν μπορεί να αγγίξει όλους τους ανθρώπους: συγκεκριμένα δεν απευθύνεται σε άτομα σεμνότυφα και συντηρητικά που δεν παραδέχονται καν τις φαντασιώσεις τους. Είναι για ένα πιο ελίτ κοινό, πιο διανοούμενο, το οποίο συμπεριλαμβάνει και τον φιλήδονο θεατή (ή καλύτερα τον φιλήδονο, αλλά σεξουαλικά καταπιεσμένο άνθρωπο).

Το Belle de Jour είναι μία πολύ κομψή και αριστοκρατική ταινία από αισθητική άποψη. Κρύβει όμως τη σκληρή πραγματικότητα μιας πέτρινης, άκαρδης θα λέγαμε ηδονής, της σαρκικής επαφής με το άγνωστο και αντίθετο από αυτό που είμαστε. Ορίζει την (αυτο)ταπείνωση ως αναγκαιότητα για μία υγιή ερωτική ζωή. Η απιστία και το ψέμα είναι απαραίτητα πλέον για την εξισορρόπηση μιας συζυγικής ζωής, ακόμα κι όταν αγαπάς τον σύντροφό σου: μόνο έτσι μπορείς να του προσφέρεις τον αληθινό σου εαυτό. Ακούγονται προκλητικά όλα αυτά; Το Belle de Jour σε κάνει να πιστεύεις ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος ώστε να επιτέλους να δεις την ηρωίδα του ευτυχισμένη. Δεν είναι μία απλά καλή ταινία, είναι ένα εξαιρετικό έργο τέχνης δοσμένο με κρύα χειμερινά χρώματα, από έναν πολύ σημαντικό σκηνοθέτη και με μία αξέχαστη ερμηνεία από την κορυφαία Catherine Deneuve. 

Προσωπική Αξιολόγηση: 9 / 11
Σκηνή από την ταινία: η Catherine Deneuve υποδέχεται τον πρώτο της πελάτη – κάπως άτσαλα και αποτυχημένα…

Wednesday, June 3, 2009

Dancer in the Dark

Τίτλος: Dancer in the Dark

Σκηνοθέτης: Lars von Trier

Παραγωγή: 2000

Ξεκινώντας να πω ότι ο Lars von Trier έιναι ένας σκηνοθέτης που θαυμάζω για την τόλμη του και τους ριψοκίνδυνους πειραματισμούς του με τον κινηματογράφο, και ένας καλλιτέχνης του οποίου τα έργα περιμένω κάθε φορά με έντονη ανυπομονησία (και η αλήθεια είναι ότι κάθε ταινία του μου αφήνει κάτι το διαφορετικό).

Έχοντας πει τα παραπάνω, να τονίσω ότι όσοι δεν έχετε ξαναδεί ταινία του Lars von Trier είναι καλύτερα να ξεκινήσετε από το Breaking the Waves (Δαμάζοντας τα Κύματα). Το Dancer in the Dark ναι μεν κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών το 2000, αλλά δίχασε τους κριτικούς. Συγκεκριμένα είχε την ίδια αποδοχή που έτυχε και η νέα ταινία του σκηνοθέτη (Αντίχριστος) στο φετινό φεστιβάλ: γιουχαΐσματα και χειροκρότημα. Βέβαια στο φετινό φεστιβάλ ο Lars von Trier αυτοανακηρύχθηκε ως “ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης στον κόσμο!”, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Προσωπικά θυμάμαι ότι η δική μου εμπειρία την πρώτη φορά που είδα το Dancer in the Dark στο σινεμά ήταν μοναδική: πρώτη φορά είχα βιώσει συναισθήματα θλίψης και πόνου τόσο έντονα, όσο έβλεπα την ταινία.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί η Bjork στο ρόλο μιας φτωχής μητέρας από την πρώην Τσεχοσλοβακία που σταδιακά χάνει το φως της. Γι αυτό κι έχοντας μετακομίσει στην Αμερική ως εργάτρια σε εργοστάσιο, προσπαθεί να μαζέψει χρήματα για την εγχείρηση του γιού της (μας εξηγεί ότι η ασθένεια της είναι κληρονομική). Η Selma (όπως και ονομάζεται ο χαρακτήρας που υποδύεται η Bjork) λατρεύει τα musicals (αυτό λειτουργεί και ως πρόφαση για τον σκηνοθέτη ώστε να μετατρέψει την ταινία σε ένα πειραματικό musical). Κατά τη διάρκεια της ταινίας λοιπόν, η Selma θα πέσει θύμα απίστευτης εκμετάλλευσης, όπως συνηθίζει άλλωστε να μεταχειρίζεται ο σκηνοθέτης τις πρωταγωνίστριές του τα τελευταία χρόνια. Διστακτική αλλά πρόθυμη φίλη της που της συμπαραστέκεται είναι η Catharine Deneuve (ναι καλά διαβάσετε) στο ρόλο επίσης της μετανάστριας που δουλεύει στο ίδιο εργοστάσιο (ναι, κι αυτό καλά το διαβάσετε).. Στην πορεία η Selma θα κατηγορηθεί για φόνο και θα δικαστεί, θα περάσει πολλά μαρτύρια και αμέτρητα ψέματα θα ειπωθούν εις βάρος της. Σε αυτό το σημείο να πω ότι το σενάριο χαρακτηρίστηκε από τους επικριτές της ταινίας ως υλικό σαπουνόπερας, και με την άποψη αυτή θα συμφωνήσω 100%.

dancer_in_the_dark_2000_685x385


Οι ερμηνείες είναι άκρως αλλόκοτες. Η Bjork υποδύεται την Τσέχα που εργάζεται στην Αμερική και έχει βρετανική προφορά! Η προφορά της Catharine Deneuve είναι σαφώς γαλλική, ενώ τον μικρό που υποδύεται τον γιο της Bjork τον διακρίνει μία κάπως σλάβικη προφορά. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά –και όπως συμφωνούν και αρκετοί Αμερικάνοι θεατές- η ταινία δεν σε πείθει ότι διαδραματίζεται στην Αμερική. Πράγμα λογικό, αφού τα περισσότερα γυρίσματα έγιναν στη Σουηδία και τη Δανία. Αναλογίζεστε λοιπόν ότι επικρατεί ένα πολιτισμικό κομφούζιο και πραγματικά σε κάνει να σκέφτεσαι κατά πόσο μπορεί ένας σκηνοθέτης να υποτιμά τη νοημοσύνη του κοινού: ποιος καλλιτέχνης πραγματικά μπορεί να πιστεύει ότι θα μπορούσε να πείσει το κοινό τόσο για τις ταυτότητες των χαρακτήρων του όσο και για το φυσικό περιβάλλον της ταινίας;

Όσο για το γεγονός ότι πρόκειται για ταινία που τηρεί τους κανόνες του Dogme95 (φυσικός φωτισμός, όχι μακιγιάζ, χειροκίνητη κάμερα, κτλ.) είναι απίστευτα ριψοκίνδυνη η απόφαση του Lars von Trier να γυρίσει την ταινία σαν musical. Τα χορευτικά δεν πείθουν και υπάρχει ακόμα και έλλειψη συγχρονισμού ανάμεσα στους χορευτές που δεν περνάει απαρατήρητη. Τα τραγούδια της Bjork δεν δένουν ούτε με τα αμερικάνικα μιούζικαλ που η ίδια θαυμάζει, ούτε με το γενικότερο περιβάλλον της ταινίας. Πέρα από τις πρόχειρες χορογραφίες η ταινία έχει μια πληθώρα από τεχνικά λάθη: τα μαλλιά της πρωταγωνίστριας σε κάποιες πολύ άσχημες μονταρισμένες σκηνές αλλάζουνε εμφανώς θέση σε κλάσματα δευτερολέπτου, ενώ υπάρχει πρόβλημα ανάμεσα στον συγχρονισμό του ήχου και αυτά που λένε οι χαρακτήρες. Το τελευταίο συμβαίνει επειδή κάποιοι ρόλοι παίζονται από Σουηδούς ηθοποιούς οι οποίοι μετά ξαναηχογραφήθηκαν από φωνές Αμερικάνων ηθοποιών. Και περισσότερα ακόμα “λάθη”: υποτίθεται ότι και η Bjork και η Deneuve υποδύονται δύο αλλοδαπές μετανάστριες και πραγματικά προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα αγγλικά τους δεν είναι καλά. Ωστόσο ο διάλογος είναι συχνά αφύσικος, αφού μπορεί μέσα στην ίδια πρόταση να χρησιμοποιήσουν τα πιο απλά αγγλικά και ξαφνικά να αναφέρουν τις πιο εξειδικευμένες εκφράσεις!

Η Bjork κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στις Κάννες. Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά (σύμφωνα με τα λεγόμενα της) που έπαιξε σε ταινία. Η συμπεριφορά της χαρακτηρίστηκε αντιεπαγγελματική αφού είναι αλήθεια ότι τόλμησε να αποχωρήσει κάποια στιγμή από το set χωρίς να δώσει εξηγήσεις, μόνο για να επιστρέψει ξανά τρεις μέρες αργότερα (φήμες θέλουν την Catharine Deneuve εξοργισμένη από τη συνεργασία της μαζί της). Προσωπικά βρίσκω τις ερμηνείες από τον κάθε ηθοποιό υπερβολικές όσο δεν χωράει άλλο. Και γι αυτό μάλλον ευθύνεται ο σκηνοθέτης, βάζοντας τους πρωταγωνιστές τους συχνά να κοιτάνε το κενό όσο μιλάνε, ακολουθώντας εύκολες λύσεις που συχνά συναντάμε σε φθηνές δραματικές τηλεπαραγωγές, ενώ επιμένει να κάνει zoom τονίζοντας κάθε σημαντική σκηνή, υποτιμώντας για άλλη μια φορά τη νοημοσύνη του θεατή και την ικανότητά του να προσέξει ο ίδιος τις λεπτομέρειες επί της οθόνης.

Επειδή όμως ήδη αναφέρθηκα στην υποτίμηση νοημοσύνης, νομίζω ότι αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά στην ψυχική εκμετάλλευση που είναι αναγκασμένος να υποστεί ο θεατής κατά τη διάρκεια της ταινίας. Όπου ο Lars von Trier χρησιμοποιεί κάθε μελοδραματικό τρικ για να συγκινήσει τον θεατή, να τον κάνει να νιώσει πραγματικά μάρτυρας του πιο μισάνθρωπου κόσμου, μέχρι που θα τον αναγκάσει να κλάψει. Για μένα αυτός ο ψυχικός καταναγκασμός είναι το χειρότερο στοιχείο της ταινίας και ντρέπομαι να ομολογήσω ότι την πρώτη φορά που είδα την ταινία στο σινεμά έπεσα θύμα του (στο τέλος θυμάμαι να φεύγω από την αίθουσα ράκος…)

Η ταινία άρεσε και αρέσει σε πολύ κόσμο. Οι φαν της Bjork τη λατρεύουν, το ίδιο και οι “σινεφίλ” που ενδιαφέρονται για πειραματικό σινεμά. Νομίζω είναι σημαντικό όμως να κρίνουμε την ταινία με αντικειμενικά κριτήρια και όχι με το πόσο μας συγκίνησε (και παραδέχομαι για άλλη μια φορά ότι καμιά ταινία δεν με είχε συγκινήσει τόσο την πρώτη φορά που την είδα): πρόκειται για μία αντικειμενικά κακογυρισμένη ταινία (από τεχνική άποψη), αισθητικά χαμηλού επιπέδου, με υπερβολικές ερμηνείες που δεν πείθουν, χωρίς σαφή προσανατολισμό, με έντονες τις διαθέσεις του σκηνοθέτη για τη συναισθηματική εκμετάλλευση του θεατή. Προσωπική μου άποψη είναι ότι στην τέχνη έχει μεγάλη σημασία η ειλικρίνεια με την οποία ο καλλιτέχνης φανερώνει την αλήθεια στο κοινό. Όπως συμβαίνει με πολλούς avant-garde καλλιτέχνες, πρόκειται για ένα έργο που δίνει την εντύπωση ότι δημιουργήθηκε για να προκαλέσει και να σπάσει κάποια καλούπια, με έναν επιφανειακό και ανειλικρινή τρόπο, χωρίς να καταφέρνει τελικά να μετουσιωθεί σε νέο είδος ή πρότυπο.

Προσωπική Αξιολόγηση: –6 / 11

ΥΓ. Για την βαθμολογία μου: είχα βάλει σε μία ταινία του Shyamalan –4/11. Όμως το Dancer in the Dark είναι κατώτερου επιπέδου, και δεν αναφέρομαι σε προσωπικούς ενδοιασμούς που μπορεί να έχω, αλλά ακόμα και αν το κρίνω μόνο από το τεχνικό του μέρος, το οποίο ενδείκνυται για αντικειμενική κριτική.

Απόσπασμα από την ταινία: