Τίτλος: Black Swan (Μαύρος Κύκνος)
Σκηνοθέτης: Darren Aronofsky
Παραγωγή: 2010
Η νέα ταινία του Aronofsky ξεκινά με μία καταπληκτική σκηνή όπου παρακολουθούμε την πρωταγωνίστρια να χορεύει μπαλέτο κάτω από το φως ενός προβολέα και γύρω το απόλυτο σκοτάδι. Από μόνη της αυτή η αρχή υπόσχεται πολλά για την εξέλιξη της ταινίας και σε βάζει στο κλίμα: η ταινία είναι αρκετά σκοτεινή, με μεταμοντέρνες πινελιές, και μία συγκεκριμένη παλέτα χρωμάτων που φαίνεται να έχει έξυπνα επιλέξει ο σκηνοθέτης για να αποδώσει τις βασικές διαθέσεις της ηρωίδας. Η χρήση της κάμερας επίσης –η οποία ακολουθεί την πρωταγωνίστρια σε κάθε της κίνηση-, εντείνει την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα σε όλη την ταινία (ίσως λίγο υπερβολικά). Τα παραπάνω αποτελούν τα δυνατά σημεία της σκηνοθεσίας του Aronofsky. Από εκεί και πέρα όμως ξεκινά το χάος με τις αμέτρητες αδυναμίες της ταινίας.
Ας ξεκινήσω από το σενάριο… Καταρχάς να αναφέρω ότι η ταινία έχει να κάνει με το ανέβασμα της Λίμνης των Κύκνων, κι εμείς παρακολουθούμε την πρωταγωνίστρια, Νίνα, να παίρνει τον κεντρικό ρόλο και να προσπαθεί να αντεπεξέλθει στις δύσκολες απαιτήσεις του. Με κάπως αφελές και λίγο προσβλητικό τρόπο βλέπουμε ότι: οι μπαλαρίνες είναι συνεχώς αγχωμένες και δεν έχουν κοινωνική ζωή, ο σκηνοθέτης του μπαλέτου είναι γοητευτικός, αυστηρός και πρέπει να κοιμηθείς μαζί του για να πάρεις τον ρόλο, υπάρχει πάντα η αντίπαλη χορεύτρια που θέλει να κλέψει τον ρόλο σου – κι αυτά δεν είναι παρά μόνο μερικά από τα κλισέ που παρατηρεί η κριτικός χορού Sarah Kaufman σε άρθρο της για την ταινία.
Έπειτα, ο σκηνοθέτης φαίνεται να υποτιμά τη νοημοσύνη μας: από την αρχή κιόλας της ταινίας βάζει έναν από τους πρωταγωνιστές (τον σκηνοθέτη μπαλέτου σε αυτή την περίπτωση) να περιγράψει συνοπτικά την ιστορία της Λίμνης των Κύκνων στις μπαλαρίνες - επιπόλαιο τέχνασμα του Aronofsky σε μία απόπειρα να εξηγήσει τι συμβαίνει στον θεατή της ταινίας, μιας και στην πραγματικότητα δεν υπάρχει μπαλαρίνα που να μην γνωρίζει τι συμβαίνει στο συγκεκριμένο μπαλέτο. (Αυτό σε βάζει σε περαιτέρω σκέψεις: αν ο σκηνοθέτης απευθύνει την επεξήγηση στον τελείως ανυποψίαστο θεατή που δεν έχει επαφή με την τέχνη, τότε γιατί να θέλει να προορίζεται η ταινία του σε τέτοιο target group;) Επιπλέον, υπάρχουν κάποια τεχνικά λάθη όσον αφορά το μπαλέτο: στην ταινία μαθαίνουμε ότι η πρωταγωνίστρια μπορεί να υποδυθεί άπταιστα τον λευκό κύκνο, αλλά πρέπει να γίνει πιο αυθόρμητη και προκλητική για να υποδυθεί τον μαύρο κύκνο. Στην πραγματικότητα ο ρόλος του μαύρου κύκνου είναι πιο απαιτητικός από τεχνική άποψη και το να γίνεις απλά πιο σκληρή και ανέμελη (όπως ζητά ο σκηνοθέτης του μπαλέτου) δεν βοηθά καθόλου μια πραγματική μπαλαρίνα.
Επιπλέον, κάποιες στιγμές μένουν ανεξήγητες και φαίνονται γελοίες. Η μητέρα της Νίνα (την οποία υποδύεται η εξαιρετική Barbara Hershey) αγοράζει μία τούρτα για να γιορτάσουν το γεγονός ότι η κόρη της κέρδισε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Όταν η Νίνα λέει με τον πιο αθώο τρόπο ότι δεν έχει όρεξη για τούρτα, η μητέρα της αλλάζει διάθεση εντελώς απότομα και αδικαιολόγητα, λες και μεταμορφώνεται σε άλλον άνθρωπο, και ετοιμάζεται να πετάξει την τούρτα στα σκουπίδια (!!!) Σε άλλη σκηνή η Νίνα δέχεται την πρόταση του σκηνοθέτη της να τον ακολουθήσει σπίτι του, ενώ προηγουμένως είχε δεχθεί σεξουαλική παρενόχληση από αυτόν. Διάλογοι όπως αυτός στην σκηνή που ο ίδιος σκηνοθέτης πάλι την ρωτάει, "You' re not a virgin are you? Do you enjoy making love?", πρέπει να περιλαμβάνονται στα σημεία που έκαναν τον κριτικό του New Yorker, David Denby, να αναφέρει ότι συχνά η ταινία αγγίζει το γελοίο.
Όσον αφορά την ερμηνεία της Natalie Portman (κέρδισε στις Χρυσές Σφαίρες και έχει σίγουρο το Όσκαρ γυναικείας ερμηνείας) ταιριάζει η παροιμία "όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι". Με άλλα λόγια, δεν είναι ότι η Portman δεν παίζει καλά. Παίζει ικανοποιητικά. Αλλά ως εκεί. Κι αυτό γιατί αν και καλή ηθοποιός, η ίδια η ταινία και, συγκεκριμένα, η σκηνοθεσία, περιορίζουν τον ρόλο της σε μερικές γκριμάτσες: η Νίνα συνεχώς είναι δακρυσμένη, τρέμουν τα χείλη της, μιλάει με σιγανή φωνή, σουφρώνει τα φρύδια της. Έχουμε δηλαδή μία ερμηνεία που περιορίζεται σε 4-5 εξωτερικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Κάτι άλλο σημαντικό είναι ότι ο σκηνοθέτης δεν δίνει την ευκαιρία στον θεατή να απολαύσει τον κόσμο του μπαλέτου κι ας πρόκειται για μία ταινία όπου αυτό αποτελεί τον κεντρικό άξονα. Ο σκηνοθέτης μπαλέτου της ταινίας μιλάει με τόσο ενθουσιασμό για το τελικό αποτέλεσμα που θα έχει η παράσταση, αλλά όταν αυτή ξεκινήσει δεν βλέπουμε παρά ελάχιστες βιαστικές σκηνές που δεν αποδίδουν καθόλου το κλίμα της Λίμνης των Κύκνων: αντιθέτως βλέπουμε πολλά εφέ και υπερβολές καθώς η Νίνα μεταμορφώνεται σε μαύρο κύκνο.
Το σενάριο είναι προβλέψιμο, χιλιοειπωμένο (όχι ότι αυτό αποτελεί πρόβλημα, αν φυσικά γίνει σωστή δουλειά) και κυρίως απλοϊκό – ο έμπειρος σινεφίλ θεατής θα νομίζει ότι η ταινία προορίζεται για το νεανικό κοινό. Τα μηνύματα της ταινίας (γιατί δεν γίνεται ταινία του Aronofsky χωρίς μηνύματα) είναι συγκεχυμένα και μπορούν εύκολα να αποπροσανατολίσουν τους νεαρούς θεατές, προς λάθος κατευθύνσεις. Όσοι γνωρίζουν από χορό και μπαλέτο θα βρούνε κάποια λάθη – τόσο βασικά που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Τα κλισέ στο σενάριο αμέτρητα.
Τέλος, όσοι πιστεύουν ότι αδικώ την ταινία μιας και στην Ελλάδα πήρε γενικά καλές κριτικές, προτείνω να ρίξουν και μια ματιά και σε κριτικές του ξένου Τύπου. Επίσης, αν και δεν θέλω να δικαιολογούμαι, η ταινία δεν έχει μόνο αδυναμίες, γι' αυτό και στην πρώτη παράγραφο αναφέρομαι στα δυνατά της σημεία. Παρ' όλα αυτά δεν παύει, κατά την άποψή μου, να είναι από τις χειρότερες δουλειές του σκηνοθέτη, σαφώς κατώτερη από τον Παλαιστή.
Προσωπική Αξιολόγηση: 2 / 11