
Σκηνοθεσία:
Stephen Daldry
Προσωπική Αξιολόγηση:
3,5 / 11
Το βιβλίο The Reader του Bernhard Schlink, πάνω στο οποίο βασίζεται και η ταινία, το διάβασα απνευστί πριν 5 περίπου χρόνια στην αγγλική του έκδοση, και οφείλω να πω ότι έμεινα έκπληκτος όταν έμαθα ότι θα γίνει ταινία. Κι αυτό γιατί η γραφή του Schlink έχει μία ακαδημαϊκή ακρίβεια και απάθεια, αποφεύγοντας τον συναισθηματισμό και τις δραματικές εξάρσεις -- κάνοντας έτσι το βιβλίο δύσκολο να μεταφερθεί σε ταινία από έναν σκηνοθέτη, μάλιστα, του οποίου η προηγούμενη ταινία (Οι Ώρες) λειτουργούσε (αρκετά επιτυχημένα) με βάση το ανθρώπινο συναίσθημα και στο τέλος κατάφερνε πιστεύω να αποφύγει τον μελοδραματισμό (αν και ομολογώ ότι ήταν στα όρια).
Τελικά το διασκευασμένο σενάριο δεν απέχει πολύ από το βιβλίο, δυστυχώς όμως κάποιοι διάλογοι που εγώ προσωπικά θεωρούσα σημαντικούς παραλείφθηκαν. Αυτό όμως είναι κάτι το οποίο είναι αναμενόμενο στα διασκευασμένα σενάρια. Πιστεύω, ωστόσο, ότι το σενάριο θα μπορούσε να διασκευαστεί πιο προσεκτικά, για ένα πιο απαιτητικό κοινό, δίνοντας περισσότερη έμφαση στην φιλοσοφική διάσταση του βιβλίου. Κάποιες φορές ένιωσα, βλέποντας την ταινία, ότι υπήρχαν κάποιες συναισθηματικές εξάρσεις που ήταν περιττές. Όπως διάβασα και κάπου αλλού, ο σκηνοθέτης επιμένει να τονίζει κινήσεις και εκφράσεις δίνοντας έμφαση στην ερωτική σχέση ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές και ωραιοποιώντας την -- χωρίς όμως να είναι αυτό και το ζητούμενο της ιστορίας που διαδραματίζεται. Ίσως γι αυτό να βρήκα κουραστική την πρώτη ώρα της ταινίας.
Πολύ καλή (αλλά όχι εξαιρετική) η ερμηνεία της Kate Winslet, με μόνο πρόβλημα την προφορά της (περισσότερα γι αυτό το θέμα παρακάτω). Αντιθέτως, απλά συμπαθητική ως αδιάφορη η ερμηνεία του νεαρού Γερμανού ηθοποιού David Kross, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ευθύνονται οι οδηγίες του σκηνοθέτη σε αυτή την περίπτωση. Ένα είναι το σίγουρο: ότι στον ρόλο του ο Kross χαμογελάει πολύ, παίρνει συχνά ένα ναζιάρικο βλέμμα και κρατάει πολλές φορές σοκαρισμένος το κεφάλι του, ενώ ο Daldry φροντίζει να τονίσει το γυμνό εφηβικό του σώμα αρκετά συχνά κατά την διάρκεια της ταινίας. Όσο για τον Ralph Fiennes δεν μπορώ να πω και πολλά γιατί εμφανίζεται ελάχιστα στην ταινία χωρίς να μας δίνετε η ευκαιρία να γνωρίσουμε τον χαρακτήρα του (γίνεται μια απόπειρα να μάθουμε γι αυτόν μέσω της κόρης του, αλλά οι ελάχιστες σκηνές είναι ασαφείς και βεβιασμένες).
Και τώρα θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο πράγματα που με ενόχλησαν πολύ στην ταινία, σε σημείο που συνεχώς έχανα τη συγκέντρωσή μου.
Η ταινία διαδραματίζεται εξολοκλήρου στη Γερμανία. Ο Daldry, Βρεττανός ο ίδιος, ναι μεν γυρίζει την ταινία στη Γερμανία. Χρησιμοποιεί Άγγλους και Γερμανούς ηθοποιούς, αλλά βάζει ωστόσο τους πρωταγωνιστές του να μιλήσουν στην αγγλική γλώσσα. Κι εδώ έχω την μεγαλύτερη μου ένσταση για τη συγκεκριμένη ταινία: υποτιμά ο σκηνοθέτης σε αυτή την περίπτωση τη νοημοσύνη μας; Για να απαντήσουμε όμως σε αυτό, πρέπει να κάνουμε μία άλλη ερώτηση πρώτα: για ποιον προορίζεται η ταινία; Σκοπός του σκηνοθέτη, δηλ., ήταν να φτιάξει μια ταινία-πιστή μεταφορά του βιβλίου ή μια ταινία που θα γίνει κατανοητή από την αγγλόφωνη πλειοψηφία; Ταινία για την Τέχνη ή για τη μάζα;
Θα δεχόμουν εν μέρει αυτή του την επιλογή αν όλοι οι ηθοποιοί μιλούσαν αγγλικά με την βρετανική τους προφορά, παρά να ακούω τον Ralph Fiennes και την Kate Winslet να μιλάνε με ψεύτικη γερμανική. Και πόσο υποτιμητικό πρέπει να ήταν για τους Γερμανούς ηθοποιούς να αναγκάζονται και αυτοί να αρθρώνουν κάθε λέξη στα αγγλικά, αλλά προσποιούμενοι την γερμανική προφορά! Και ακόμα πόσο πιο άσχημο (και τολμώ να πω ρατσιστικό) θα φαντάζει το αποτέλεσμα στο γερμανικό κοινό, όταν θα βλέπουν τον Γερμανό πρωταγωνιστή να απαγγέλλει γερμανικά αποσπάσματα μεταφρασμένα στα αγγλικά. Και γιατί σε σκηνές με πλήθη ακούγεται ο κόσμος να μιλάει γερμανικά και μόνο οι πρωταγωνιστές μιλάνε αγγλικά;
Κάποιος μπορεί να μου πει βέβαια ότι συνηθίζεται στο Χόλιγουντ οι ηθοποιοί να μιμούνται την γερμανική ή γαλλική προφορά όταν η ταινία στην οποία συμμετέχουν διαδραματίζεται στις αντίστοιχες χώρες. Αυτό όμως συμβαίνει μόνο στο Χόλιγουντ. Να δώσω ένα παράδειγμα: αν μία χολιγουντιανή ταινία διαδραματίζεται στην Κίνα, τότε θα βάλει ο σκηνοθέτης π.χ. τον Anthony Hopkins να μιλάει αγγλικά με κινέζικη προφορά; Όχι δεν θα το κάνει αυτό αυτό, επειδή θα ήταν γελοίο. Όμως του είναι επιτρεπτό να μιμηθεί την "ρομαντική" γαλλική προφορά ή να μιλάει αγγλικά με γερμανική προφορά επειδή ακούγεται σε πολλούς ως "άγρια" και "επιθετική" γλώσσα. Και αν πιστεύετε ότι αυτό δεν είναι ούτε μορφή ρατσισμού, ούτε υποτίμηση της νοημοσύνης μας, τότε νίπτω τας χείρας μου! Σε άλλον σκηνοθέτη που θα μου ήταν αδιάφορος θα το συγχωρούσα, αλλά από τον Daldry που μας έδωσε τις τόσο ευαίσθητες και ειλικρινείς Ώρες περίμενα μια πιο ώριμη προσπάθεια.
Και κάτι τελευταίο: για να απαντήσω σε αυτούς που πιστεύουν ότι είναι λογικό και αναμενόμενο σε μια ταινία να μιλάνε την γλώσσα του σκηνοθέτη ή των βασικών ηθοποιών (όταν αυτή διαδραματίζεται σε άλλη χώρα), έχω να αναφέρω μερικά βαρυσήμαντα ονόματα σκηνοθετών που χρησιμοποιούσαν την αυθεντική γλώσσα στις ταινίες τους: Kieslowski, Tarkovsky, Haneke, Ang Lee, Egoyan (και αυτοί είναι μόνο οι πρώτοι που μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό!) Σίγουρα είναι πολύ πιο δύσκολο και ριψοκίνδυνο να μην χρησιμοποιήσεις τη μητρική σου γλώσσα, θέλεις όμως να δημιουργήσεις Τέχνη ή θέλεις οπωσδήποτε να έχεις στην ταινία σου αναγνωρίσιμους star του Χόλιγουντ;
Και τώρα το δεύτερο πράγμα που αποσπούσε την προσοχή μου στην ταινία, από την αρχή ως το τέλος, ήταν η απίστευτα αδιάφορη μουσική. Που δεν ήταν καν αδιάφορη εν τέλει, αλλά εκνευριστική. Δεν νομίζω να έχει διαφορά από αυτό που αποκαλούν "elevator music" ή από μουσική πρόχειρης τηλεταινίας. Μουσική βαρετή που υπάρχει απλά για να υπάρχει, συχνά καταστρέφοντας όμορφες σκηνές με το φθηνό της περιτύλιγμα. Όσο ώριμο και ουσιαστικό ήταν το μινιμαλιστικό score του Philip Glass για τις Ώρες, τόσο ανυπόφορο ήταν το score για το The Reader. Η καθαρά προσωπική μου άποψη είναι ότι η ταινία θα λειτουργούσε πολύ καλύτερα χωρίς την παραμικρή μουσική επένδυση (ειδικά στις ερωτικές σκηνές ή τις γυμνές σκηνές στο μπάνιο, αλλά και στο συναισθηματικά φορτωμένο φινάλε). Ή αν ο σκηνοθέτης ήθελε η μουσική να παίξει κάποιον ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη της ταινίας, γιατί να μην δώσει περισσότερη σημασία στον συνθέτη του soundtrack και το περιεχόμενό του; Τον συνθέτη Nico Muhly δεν τον γνωρίζω, αλλά βλέπω ότι έχει γράψει τη μουσική για 4 ταινίες στο παρελθόν και έχει δουλέψει ως co-rdinator με τον Glass στις Ώρες.
Επίθεση δέχθηκε ο κριτικός της Guardian για την πολύ αρνητική κριτική του στην ταινία, αλλά σίγουρα δεν συμμερίζομαι όλες τις απόψεις του, και η ταινία άλλωστε έχει πάρα και κακές αλλα και πολύ καλές κριτικές. Σκοπός της ταινίας δεν ήταν να δικαιολογήσει τις γενεές των Γερμανών μετά το ολοκαύτωμα όπως υποστήριξαν κάποιοι, αλλά ούτε να είναι και ένα σαχλό love story. Το βιβλίο έχει να κάνει με τις ενοχές που νιώθουμε ως άνθρωποι, ακόμα και όταν είναι αργά, και με την (εγωιστική) ανθρώπινη μας αδυναμία (ή δύναμη) να είμαστε απόμακροι αποφεύγοντας να παραδινόμαστε σε δυνατά συναισθήματα. Η ταινία μόλις που καταφέρνει να μεταδώσει αυτό, αλλά με πολύ συγκεχυμένο τρόπο, αφού επικεντρώνεται στο συναίσθημα όταν πρέπει να το αποφεύγει. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με μία ταινία με αδύναμο σενάριο, που συνεχώς χάνει το focus, άνισες ερμηνείες, μια ταινία που διαδραματίζεται στη Γερμανία με δύο Βρετανούς πρωταγωνιστές και ένα Γερμανό να μιλάνε βρετανικά αγγλικά με γερμανική προφορά, οπότε θα παίξω κι εγώ το ίδιο παιχνίδι και θα πω, "It's a mess!"
Τελικά το διασκευασμένο σενάριο δεν απέχει πολύ από το βιβλίο, δυστυχώς όμως κάποιοι διάλογοι που εγώ προσωπικά θεωρούσα σημαντικούς παραλείφθηκαν. Αυτό όμως είναι κάτι το οποίο είναι αναμενόμενο στα διασκευασμένα σενάρια. Πιστεύω, ωστόσο, ότι το σενάριο θα μπορούσε να διασκευαστεί πιο προσεκτικά, για ένα πιο απαιτητικό κοινό, δίνοντας περισσότερη έμφαση στην φιλοσοφική διάσταση του βιβλίου. Κάποιες φορές ένιωσα, βλέποντας την ταινία, ότι υπήρχαν κάποιες συναισθηματικές εξάρσεις που ήταν περιττές. Όπως διάβασα και κάπου αλλού, ο σκηνοθέτης επιμένει να τονίζει κινήσεις και εκφράσεις δίνοντας έμφαση στην ερωτική σχέση ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές και ωραιοποιώντας την -- χωρίς όμως να είναι αυτό και το ζητούμενο της ιστορίας που διαδραματίζεται. Ίσως γι αυτό να βρήκα κουραστική την πρώτη ώρα της ταινίας.
Πολύ καλή (αλλά όχι εξαιρετική) η ερμηνεία της Kate Winslet, με μόνο πρόβλημα την προφορά της (περισσότερα γι αυτό το θέμα παρακάτω). Αντιθέτως, απλά συμπαθητική ως αδιάφορη η ερμηνεία του νεαρού Γερμανού ηθοποιού David Kross, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ευθύνονται οι οδηγίες του σκηνοθέτη σε αυτή την περίπτωση. Ένα είναι το σίγουρο: ότι στον ρόλο του ο Kross χαμογελάει πολύ, παίρνει συχνά ένα ναζιάρικο βλέμμα και κρατάει πολλές φορές σοκαρισμένος το κεφάλι του, ενώ ο Daldry φροντίζει να τονίσει το γυμνό εφηβικό του σώμα αρκετά συχνά κατά την διάρκεια της ταινίας. Όσο για τον Ralph Fiennes δεν μπορώ να πω και πολλά γιατί εμφανίζεται ελάχιστα στην ταινία χωρίς να μας δίνετε η ευκαιρία να γνωρίσουμε τον χαρακτήρα του (γίνεται μια απόπειρα να μάθουμε γι αυτόν μέσω της κόρης του, αλλά οι ελάχιστες σκηνές είναι ασαφείς και βεβιασμένες).
Και τώρα θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο πράγματα που με ενόχλησαν πολύ στην ταινία, σε σημείο που συνεχώς έχανα τη συγκέντρωσή μου.
Η ταινία διαδραματίζεται εξολοκλήρου στη Γερμανία. Ο Daldry, Βρεττανός ο ίδιος, ναι μεν γυρίζει την ταινία στη Γερμανία. Χρησιμοποιεί Άγγλους και Γερμανούς ηθοποιούς, αλλά βάζει ωστόσο τους πρωταγωνιστές του να μιλήσουν στην αγγλική γλώσσα. Κι εδώ έχω την μεγαλύτερη μου ένσταση για τη συγκεκριμένη ταινία: υποτιμά ο σκηνοθέτης σε αυτή την περίπτωση τη νοημοσύνη μας; Για να απαντήσουμε όμως σε αυτό, πρέπει να κάνουμε μία άλλη ερώτηση πρώτα: για ποιον προορίζεται η ταινία; Σκοπός του σκηνοθέτη, δηλ., ήταν να φτιάξει μια ταινία-πιστή μεταφορά του βιβλίου ή μια ταινία που θα γίνει κατανοητή από την αγγλόφωνη πλειοψηφία; Ταινία για την Τέχνη ή για τη μάζα;
Θα δεχόμουν εν μέρει αυτή του την επιλογή αν όλοι οι ηθοποιοί μιλούσαν αγγλικά με την βρετανική τους προφορά, παρά να ακούω τον Ralph Fiennes και την Kate Winslet να μιλάνε με ψεύτικη γερμανική. Και πόσο υποτιμητικό πρέπει να ήταν για τους Γερμανούς ηθοποιούς να αναγκάζονται και αυτοί να αρθρώνουν κάθε λέξη στα αγγλικά, αλλά προσποιούμενοι την γερμανική προφορά! Και ακόμα πόσο πιο άσχημο (και τολμώ να πω ρατσιστικό) θα φαντάζει το αποτέλεσμα στο γερμανικό κοινό, όταν θα βλέπουν τον Γερμανό πρωταγωνιστή να απαγγέλλει γερμανικά αποσπάσματα μεταφρασμένα στα αγγλικά. Και γιατί σε σκηνές με πλήθη ακούγεται ο κόσμος να μιλάει γερμανικά και μόνο οι πρωταγωνιστές μιλάνε αγγλικά;
Κάποιος μπορεί να μου πει βέβαια ότι συνηθίζεται στο Χόλιγουντ οι ηθοποιοί να μιμούνται την γερμανική ή γαλλική προφορά όταν η ταινία στην οποία συμμετέχουν διαδραματίζεται στις αντίστοιχες χώρες. Αυτό όμως συμβαίνει μόνο στο Χόλιγουντ. Να δώσω ένα παράδειγμα: αν μία χολιγουντιανή ταινία διαδραματίζεται στην Κίνα, τότε θα βάλει ο σκηνοθέτης π.χ. τον Anthony Hopkins να μιλάει αγγλικά με κινέζικη προφορά; Όχι δεν θα το κάνει αυτό αυτό, επειδή θα ήταν γελοίο. Όμως του είναι επιτρεπτό να μιμηθεί την "ρομαντική" γαλλική προφορά ή να μιλάει αγγλικά με γερμανική προφορά επειδή ακούγεται σε πολλούς ως "άγρια" και "επιθετική" γλώσσα. Και αν πιστεύετε ότι αυτό δεν είναι ούτε μορφή ρατσισμού, ούτε υποτίμηση της νοημοσύνης μας, τότε νίπτω τας χείρας μου! Σε άλλον σκηνοθέτη που θα μου ήταν αδιάφορος θα το συγχωρούσα, αλλά από τον Daldry που μας έδωσε τις τόσο ευαίσθητες και ειλικρινείς Ώρες περίμενα μια πιο ώριμη προσπάθεια.
Και κάτι τελευταίο: για να απαντήσω σε αυτούς που πιστεύουν ότι είναι λογικό και αναμενόμενο σε μια ταινία να μιλάνε την γλώσσα του σκηνοθέτη ή των βασικών ηθοποιών (όταν αυτή διαδραματίζεται σε άλλη χώρα), έχω να αναφέρω μερικά βαρυσήμαντα ονόματα σκηνοθετών που χρησιμοποιούσαν την αυθεντική γλώσσα στις ταινίες τους: Kieslowski, Tarkovsky, Haneke, Ang Lee, Egoyan (και αυτοί είναι μόνο οι πρώτοι που μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό!) Σίγουρα είναι πολύ πιο δύσκολο και ριψοκίνδυνο να μην χρησιμοποιήσεις τη μητρική σου γλώσσα, θέλεις όμως να δημιουργήσεις Τέχνη ή θέλεις οπωσδήποτε να έχεις στην ταινία σου αναγνωρίσιμους star του Χόλιγουντ;
Και τώρα το δεύτερο πράγμα που αποσπούσε την προσοχή μου στην ταινία, από την αρχή ως το τέλος, ήταν η απίστευτα αδιάφορη μουσική. Που δεν ήταν καν αδιάφορη εν τέλει, αλλά εκνευριστική. Δεν νομίζω να έχει διαφορά από αυτό που αποκαλούν "elevator music" ή από μουσική πρόχειρης τηλεταινίας. Μουσική βαρετή που υπάρχει απλά για να υπάρχει, συχνά καταστρέφοντας όμορφες σκηνές με το φθηνό της περιτύλιγμα. Όσο ώριμο και ουσιαστικό ήταν το μινιμαλιστικό score του Philip Glass για τις Ώρες, τόσο ανυπόφορο ήταν το score για το The Reader. Η καθαρά προσωπική μου άποψη είναι ότι η ταινία θα λειτουργούσε πολύ καλύτερα χωρίς την παραμικρή μουσική επένδυση (ειδικά στις ερωτικές σκηνές ή τις γυμνές σκηνές στο μπάνιο, αλλά και στο συναισθηματικά φορτωμένο φινάλε). Ή αν ο σκηνοθέτης ήθελε η μουσική να παίξει κάποιον ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη της ταινίας, γιατί να μην δώσει περισσότερη σημασία στον συνθέτη του soundtrack και το περιεχόμενό του; Τον συνθέτη Nico Muhly δεν τον γνωρίζω, αλλά βλέπω ότι έχει γράψει τη μουσική για 4 ταινίες στο παρελθόν και έχει δουλέψει ως co-rdinator με τον Glass στις Ώρες.
Επίθεση δέχθηκε ο κριτικός της Guardian για την πολύ αρνητική κριτική του στην ταινία, αλλά σίγουρα δεν συμμερίζομαι όλες τις απόψεις του, και η ταινία άλλωστε έχει πάρα και κακές αλλα και πολύ καλές κριτικές. Σκοπός της ταινίας δεν ήταν να δικαιολογήσει τις γενεές των Γερμανών μετά το ολοκαύτωμα όπως υποστήριξαν κάποιοι, αλλά ούτε να είναι και ένα σαχλό love story. Το βιβλίο έχει να κάνει με τις ενοχές που νιώθουμε ως άνθρωποι, ακόμα και όταν είναι αργά, και με την (εγωιστική) ανθρώπινη μας αδυναμία (ή δύναμη) να είμαστε απόμακροι αποφεύγοντας να παραδινόμαστε σε δυνατά συναισθήματα. Η ταινία μόλις που καταφέρνει να μεταδώσει αυτό, αλλά με πολύ συγκεχυμένο τρόπο, αφού επικεντρώνεται στο συναίσθημα όταν πρέπει να το αποφεύγει. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με μία ταινία με αδύναμο σενάριο, που συνεχώς χάνει το focus, άνισες ερμηνείες, μια ταινία που διαδραματίζεται στη Γερμανία με δύο Βρετανούς πρωταγωνιστές και ένα Γερμανό να μιλάνε βρετανικά αγγλικά με γερμανική προφορά, οπότε θα παίξω κι εγώ το ίδιο παιχνίδι και θα πω, "It's a mess!"