Friday, January 6, 2012

Ordet

Ordet



Τίτλος: Ordet (Ο Λόγος)

Σκηνοθέτης: Carl Theodor Dreyer

Παραγωγή: 1955



Το να παρακολουθείς το Ordet είναι σαν να ακούς τις Παραλλαγές Goldberg του Μπαχ: μια καθαρτική εμπειρία. Όταν η αρχική άρια επιστρέφει στο τέλος, ξέρεις πώς είναι να νιώθεις ότι ωρίμασες μέσα σε λίγα μόνο λεπτά. Αλήθειες που ήταν καλά φυλαγμένες έχουν γίνει κατά κάποιον τρόπο ορατές.


«Πατέρα, ο Γιοχάνες είναι έξω στους αμμόλοφους ξανά».  Με αυτές τις φράσεις ξεκινά η ταινία του Dreyer. Σύντομα βλέπουμε τον Γιοχάνες πάνω σε έναν λόφο, το βλέμμα καρφωμένο, υπνωτισμένο θα έλεγες, ευθεία μπροστά, το χέρι παρατεταμένο σαν να απευθύνεται σε πλήθος:


«Αλίμονο σε σας, υποκριτές...Και σε σένα... και σε σένα...Αλίμονο σε σας, για την απιστία σας...Αλίμονο σε σας γιατί δεν πιστεύετε σε μένα...τον Αναστημένο Χριστό...που έρχεται από Αυτόν...που δημιούργησε...τον Ουρανό και τη Γη...Αλήθεια σας λέγω...Η Μέρα της Κρίσης πλησιάζει...Ο θεός με κάλεσε...για να είμαι ο Προφήτης Του πριν τον Ερχομό του....Αλίμονο σ' όσους πιστεύουν λίγο...γιατί μόνο εκείνοι που πιστεύουν...θα εισέλθουν στη Βασιλεία των Ουρανών.»


Απόσπασμα από με τον παραπάνω μονόλογο

 

Να λοιπόν ο Γιοχάνες. Και ο δικός Του Λόγος. Ως συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις ο Γιοχάνες παρερμηνεύεται από το περιβάλλον του ως παράφρων - άλλη μια περίπτωση ενός Holy Fool (μια προσωπικότητα που έχει άλλωστε εμπνεύσει πολλά έργα σε όλες τις μορφές τέχνης).


Η κάμερα του Dreyer ακολουθεί γεωμετρικές λήψεις και καδραρίσματα, συνήθως σε διαρκή και αργή κίνηση, πολλές φορές περιτριγυρίζοντας τους ήρωές της. Το παράδοξο με τον Dreyer είναι ότι καταφέρνει να μας αποκαλύψει το μεταφυσικό, μέσα από ένα νέο είδος ρεαλιστικής αφήγησης, έναν υπνωτικό ρεαλισμό όπως θα τον χαρακτήριζα (άλλοι πάλι κάνουν λόγο για μπρεχτική αποστασιοποίηση). Από τη μία θα έλεγε κάποιος ότι όλη η ταινία είναι γυρισμένη σαν να επρόκειτο για ένα μακρινό όνειρο: ο φωτισμός είναι αφύσικος αλλά ταυτόχρονα φαντάζει τόσο φυσικός (ή το αντίστροφο), οι αμέτρητες παύσεις σε ό,τι λέγεται προσδίδουν μια ένταση στο λόγο από τη μια, από την άλλη επαναφέρουν στο νου την ατμόσφαιρα ονείρου, ενώ οι αυστηρά γεωμετρικές λήψεις και η εστίαση στις εκφράσεις των προσώπων παραπέμπουν σε άκρως ρεαλιστική καταγραφή των δρώμενων. Αυτές οι αντιφάσεις φαίνονται να συνυπάρχουν τόσο αρμονικά, όσο η σκηνοθετική τεχνική υφαίνει αργά, υπόκωφα και με έναν μυστηριώδη τρόπο το καλλιτεχνικό νήμα-υπόβαθρο της ταινίας. Όλα αυτά ίσως να συμβαίνουν επειδή ακόμα και από το ξεκίνημα της ταινίας δεν γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα στο τι είναι ικανό να συμβεί και τι όχι: όλα ακολουθούν την πορεία της μεγαλύτερης, πιο ύψιστης και δυνατής δύναμης της Αγάπης. Κι αυτό άλλωστε αποτελεί από μόνο του μια μορφή υπέρβασης.


Αυτή η υπέρβαση είναι διάχυτη από την αρχή της ταινίας μέχρι το μοναδικό, στην ιστορία του κινηματογράφου, φινάλε. Η ταινία δεν είναι η απλή καταγραφή μιας ιστορίας, ούτε μια θρησκευτική παραλογή. Είναι το Θαύμα το ίδιο της πίστης, το Θαύμα της ανιδιοτελούς αγάπης. Η αγάπη η ίδια, θα μπορούσε να πει κανείς χωρίς υπερβολή.


Για τέτοιες ταινίες δεν μπορείς και δεν πρέπει να λες πολλά. Ακόμα και ο χαρακτηρισμός «αριστούργημα» την προσβάλλει, υποβαθμίζοντας την αξία της. Συνεπώς, τελειώνω με τον διάλογο μεταξύ του Γιόχανες και του νέου πάστορα, την στιγμή που πρωτογνωρίζονται:


- Είμαι ο νέος πάστορας, το όνομά μου είναι...
-Το δικό μου όνομα είναι Ιησούς από τη Ναζαρέτ.
-Πώς μπορείς να το αποδείξεις;
-Εσύ, άνθρωπος της πίστης, όμως τη στερείσαι! Οι άνθρωποι πιστεύουν στο νεκρό Χριστό...αλλά όχι στο ζωντανό. Πιστεύουν σε θαύματα παλιά έως και δύο χιλιάδες χρόνια...αλλά δεν πιστεύουν σήμερα σε μένα. Έχω έρθει ξανά μάρτυρας για τον πατέρα μου στον ουρανό...και να για κάνω θαύματα. Δεν συμβαίνουν πια θαύματα. Έτσι μιλάει...η εκκλησία μου πάνω στη γη. Η εκκλησία που με πρόδωσε...με δολοφόνησε στο όνομά μου. Εδώ στέκομαι, και ξανά με εξοβελίζετε. Αλλά αν με καρφώσετε στο σταυρό για δεύτερη φορά...αλίμονο σε σας!