Monday, October 17, 2011

Melancholia



melPost



Τίτλος: Melancholia

Σκηνοθέτης: Lars von Trier

Παραγωγή: 2011

 

Ίσως η καλύτερη ταινία του σκηνοθέτη τα τελευταία χρόνια (κάπου εκεί με το Dogville). Ένας πλανήτης πλησιάζει την Γη και η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη (την παρακολουθούμε στην αρχή της ταινίας με ένα μουσικό βίντεο κλιπ, υπό τη συνοδεία του Τριστάνου). Πρωταγωνίστριες δύο αδερφές, η Justine και η Claire, καθεμία κουβαλάει ολόκληρο τσουβάλι ψυχικών διαταραχών -αλλιώς τι Τριερ θα ήταν- τόσο αλλόκοτων που ίσως να μην έχουν καν μελετηθεί από την ψυχιατρική. Η ταινία είναι άνισα χωρισμένη σε δύο μέρη, από θεματική άποψη, κάθε μέρος με τίτλο το όνομα μιας από της δύο  δερφές.


Δυστυχώς το πρώτο μέρος είναι από τις χειρότερες δουλειές του σκηνοθέτη. Σκεφτείτε φθηνή σαπουνόπερα γυρισμένη εν μέρει σε Dogma 95 (αν και ο σκηνοθέτης έχει προ πολλού παρατήσει αυτό του το εγχείρημα), όπου κυριαρχεί η χειροκίνητη κάμερα και τα γκρο πλαν. Επίπεδες ερμηνείες, δραματικό σενάριο (στα όρια του κιτς), απίστευτα αφελής διάλογος. Σε αυτό συμβάλλουν αναμφίβολα και πολλοί τεχνικοί λόγοι: το σενάριο και οι διάλογοι προφανώς έχουν μεταφραστεί από τα δανέζικα σε αμερικάνικα, το καστ είναι μείγμα Αμερικάνων, Άγγλων, Δανών, Σκανδιναβών, Γερμανών κ.α. ηθοποιών, οι τοποθεσίες και τα σκηνικά δεν σε πείθουν ότι η ταινία διαδραματίζεται στην Αμερική (βέβαια μπορεί να διαδραματίζεται στην Ευρώπη - ωστόσο, αυτό θα καθιστούσε ανεξήγητη την τόση “αμερικανιά” που διέπει την ταινία). Ακόμα όμως κι αν θέλαμε να δικαιολογήσουμε τις αδυναμίες του πρώτου μέρους ψάχνοντας για τεχνικά σφάλματα, δεν μπορούμε παρά να μείνουμε άφωνοι με διαλόγους του στυλ, «Μην κοιμάσαι, χάνεις τον γάμο σου» (κι αυτό επειδή η πρωταγωνίστρια αποφάσισε την ώρα του γαμήλιου πάρτυ της να πάει να ρίξει έναν υπνάκο - ήμαρτον Κύριε!)


melan

Το δεύτερο μέρος αποκτά λίγο βάρος επιτέλους. Η Justine πάσχει πλέον από κατάθλιψη (αδικαιολόγητο να βραβευτεί η Dunst στις Κάννες για την ερμηνεία της, καλή μεν, αλλά «μικρή» από όλες τις απόψεις). Αξιοθαύμαστο, είναι το μάλλον τυχαίο γεγονός ότι η κάθε μία από τις δύο αδερφές φαίνεται να παίρνει μορφή μέσα από το μέρος που δεν αναφέρεται στην ίδια, αλλά στην αδερφή της. Είναι η προσωπική μου άποψη, ωστόσο, ότι το πιο μεγάλο ενδιαφέρον κατά της διάρκεια της ταινίας πραγματικά βρίσκεται στο τι θα συμβεί με τον πλανήτη, όπου και το δημιούργημα αυτό του Τρίερ λειτουργεί απλώς σαν είδος επιστημονικής φαντασίας και όχι ως ψευτοψυχολογικό δράμα. Είναι οι λίγες στιγμές που η ταινία πάει κάπως να απογειωθεί και να αποκτήσει λίγο ενδιαφέρον: στιγμές αγωνίας, όπου η ταινία τολμά να λειτουργήσει λίγο υπαρξιακά, αν και σε πολύ μικρό βαθμό. Όμορφες, επίσης, κάποιες έντονα επεξεργασμένες φωτογραφίες, ειδικά υπό τη συνοδεία της βαγκνερικής μουσικής.

Ο Τρίερ δήλωσε ότι επηρεάστηκε πολύ από τον γερμανικό ρομαντισμό. Σε ελληνικά blog διάβασα ότι η ταινία έχει συναίσθημα. Η αλήθεια είναι ότι βλέποντάς την, μου προκαλεί τρόμο για το τι θα συμβεί αν ένας μετεωρίτης χτυπήσει τη γη, καθώς και φόβο μπροστά στην κατάθλιψη (αν και σε αυτή εντρυφήσαμε νομίζω αρκετά με την προηγούμενη ταινία του σκηνοθέτη.). Αν αυτό έννοουν συναίσθημα, ναι, τότε το ένιωσα. Κατά τα άλλα, οι εμμονές του Τρίερ έχουν αρχίσουν να κουράζουν και φαίνονται να έχουν απήχηση στους λίγους. Παραδόξως, αν και στην Ευρώπη δύσκολα η κριτική


melancholia8

και το κοινό παίρνουν τον Τρίερ στα σοβαρά, στην Ελλάδα φαίνεται να ισχύει το αντίθετο: υπάρχει κόσμος που πραγματικά πιστεύει ότι πρόκειται για σοβαρό σκηνοθέτη - παρεμπιπτόντως ο ίδιος φαίνεται να διασκεδάζει με τον τρόπο που προκαλεί στις Κάννες και το σόου που δίνει κάθε φορά στις συνεντεύξεις Τύπου- αν και ξένοι κριτικοί δηλώνουν πλέον ότι έχουν καταλάβει αυτές τις τακτικές του σκηνοθέτη.


Ευτυχώς, πάντως, στη συγκεκριμένη ταινία ο Τρίερ δεν προκαλεί με την υπερβολική βία και τους δογματισμούς που είχαν οι προηγούμενές του ταινίες. Αυτό το αναγνωρίζω και το επικροτώ. Άλλωστε η ταινία δεν είναι κακή. Είναι κακή προς μέτρια (εξου και η επιεικής βαθμολογία μου). Σε αφήνει με μια κάποια μελαγχολία (δεν το εννοώ ειρωνικά) και έχει μία ιδιόμορφη ατμόσφαιρα. Έχει καλή φωτογραφία, η λίγο faux ατμόσφαιρα συνηθίζεται, όσο για την θεϊκή μουσική, αν και καταντά κουραστική* μετά από τόση επανάληψη, δένει με κάποιες εικόνες. Κι ας ευχηθούμε ότι, αν ίδιος ο Βάγκνερ έβλεπε τη χρήση της στην ταινία του Τρίερ, δεν θα στριφογύριζε στον τάφο του.

*Να ξεκαθαρίσω ότι δεν εννοώ ότι η μουσική του Βάγκνερ είναι κουραστική, αντιθέτως ο Βάγκνερ είναι από τους αγαπημένους μου συνθέτες. Η επανάληψη ωστόσο του πρελούδιου μέσα στην ταινία είναι αυτή που κουράζει.



Προσωπική Αξιολόγηση:      4  /  11



Το trailer της ταινίας

Saturday, October 8, 2011

The Tree of Life



The-Tree-of-Life-trailer



Ι. Το Δέντρο της Ζωής

Πριν λίγο καιρό γράφοντας για το 2001, αναρωτιόμουν πώς θα ήταν άραγε για το κοινό της εποχής να βιώσει μία ταινία τέτοιας «έκτασης». Ποια θα ήταν η αντίδρασή του στο σινεμά και πώς θα ένιωθε όταν θα έβγαινε από την σκοτεινή αίθουσα; Θα είχα άραγε την τύχη να βιώσω μία τέτοια εμπειρία, όπου βλέποντας μία ταινία μένεις τόσο μαγεμένος από αυτό που ξετυλίγεται μπροστά σου που δεν σε νοιάζει τόσο το τι θα ακολουθήσει στην ταινία, ούτε πώς και γιατί, αλλά το ποιος είσαι εσύ και γιατί, ποιοι είναι οι άλλοι, Ποιος μας καθορίζει. Ήδη έχεις ξεκινήσει να νιώθεις ένα είδος επικοινωνίας με αυτό που βλέπεις ή που νομίζεις ότι βλέπεις – μία επικοινωνία που είχε ξεκινήσει πολύ πριν την ταινία, απλώς τώρα επιβεβαιώνεται (ίσως για πρώτη, ίσως για πολλοστή φορά).

Εν μέρει μόνο, αυτού του είδους η «αφύπνιση» αιτιολογείται από το γεγονός ότι το Δέντρο της Ζωής δεν στέκεται μόνο σε κινηματογραφικά πλαίσια και δεδομένα. Ναι, η ταινία έχει υπέροχη φωτογραφία, δεξιοτεχνικές και εμπνευσμένες λήψεις, υπέροχη μουσική (ακούγονται αδιάκοπα πολλά από τα αριστουργήματα του δυτικού πολιτισμού), ελλειπτική σκηνοθεσία που αφήνει χώρο για διάφορες ερμηνείες... Μόνο που αυτός ο χώρος είναι άπειρος: το έργο του Μάλικ δεν περιορίζεται στα στενά όρια καμίας Τέχνης. Είναι η τέχνη που υπερβαίνει αυτά τα όρια για να γίνει μέρος της ζωής καθαυτής. Ένας συνεχώς διαστελλόμενος, συνεχώς άφταστος Κόσμος, καθόλου διαφορετικός από το όραμα της δημιουργίας του Μάλικ που βρίσκεται εντός της ταινίας (και ταυτόχρονα, όσο τη βλέπουμε, διαρκώς επεκτείνεται εκτός της).

Το περιεχόμενό της δεν αποτελεί πλέον το δεδομένο-αυτονόητο αλλά το προς εξερεύνηση-αυτονόητο. Ταινία για τους λίγους,  μιας και δεν είναι όλοι σε θέση να αντιληφθούν πολλαπλές αλήθειες, οι οποίες συνήθως δεν φθάνουν καν στην επιφάνεια κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Υπάρχει μία διαφορά μεταξύ μιας κρυμμένης και μιας μη συνειδητοποιημένης αλήθειας. Αυτοί που έχουν επίγνωση αυτής της διαφοράς είναι κι αυτοί που πιο πιθανώς θα εντρυφήσουν στο όραμα και τη δημιουργία του Μάλικ.

Η κάμερα του τελευταίου  φαίνεται να παρατηρεί κάθε έμβιο ον, ανθρώπους, ζώα και φυτά, λες και τα βλέπει για πρώτη φορά, μόνο και μόνο για να αναρωτηθεί το πιο απλό και αρχέγονο ερώτημα κάθε φιλοσοφίας: Τι είναι και γιατί υπάρχει; 

Επική, λυρική, συναισθηματική, οικουμενική, είναι επίθετα που μειώνουν την ταινία. Όπως επίσης οποιαδήποτε απόπειρα ερμηνείας περιορίζει με τις λέξεις κάτι τόσο μεγαλειώδες και συνάμα ταπεινό!

Αναπάντητα ερωτήματα και ταυτόχρονα γνωστά κατακλύζουν Το Δέντρο της Ζωής.

Και η ταινία, αλήθεια, πού τελειώνει και πού αρχίζει; Και η μέση πότε προκύπτει; Σε πόσα επίπεδα κινείται ο χρόνος και ο χώρος… εντός ή εκτός αυτής; Στο τέλος στην ταινία του Μάλικ το νόημα δεν γεννιέται, αλλά επιστρέφει. Στην αρχή της ταινίας του Μάλικ το νόημα δεν γεννιέται, αλλά επιστρέφει.

 

Το Lacrimosa του Preisner–τροποποιημένο από τον συνθέτη ειδικά για την ταινία.



ΙΙ. Το Δέντρο της Ζωής στην Ελλάδα:

Στην Ελλάδα η υποδοχή της ταινίας δεν υπήρξε εξίσου θερμή με εκείνη των ξένων κριτικών κινηματογράφου. Πράγμα λογικό, αν λάβουμε υπόψη την αποστροφή του αυτοαποκαλούμενου «διανοούμενου» Έλληνα για οτιδήποτε μπορεί να εκλαμβάνεται ως «χριστιανικό» ή θρησκευτικό, για να μην πω πνευματικό. Επιπλέον, δυστυχώς ο Μάλικ υπήρξε πανεπιστημιακός καθηγητής Φιλοσοφίας και όχι cult Αμερικάνος σκηνοθέτης που φτιάχνει ταινίες για ναρκωτικά, σεξ και διαστροφή, βία, κύκνους, μαφία και παράλληλες πραγματικότητες με τρισδιάστατα εφέ σε συνδυασμό με πολεμικές τέχνες. Δεν προκαλεί με δηλώσεις, αντιθέτως σπάνια δίνει συνεντεύξεις και ποτέ σχεδόν δεν εμφανίζεται σε φεστιβάλ.

Σε αυτή τη χώρα ό,τι δεν προκαλεί, δεν είναι και κουλ - αν κρίνουμε από το γεγονός ότι οι περισσότερο «σινεφίλ» (lol)  είναι εικοσάρηδες με σχεδόν ανύπαρκτη κινηματογραφική παιδεία. Για να επιστρέψουμε στο θέμα του Χριστιανισμού, όμως, ο Άγγλος κριτικός κινηματογράφου Peter Bradshaw έγραψε: «Ο κόσμος ερχόταν επανειλημμένα να με επικρίνει για τα καλά μου λόγια για την ταινία. Μου έλεγαν ότι η ταινία είναι βαρετή, προσποιητή και –κυρίως- χριστιανική! "Δεν συνειδητοποίησες", με ρωτούσαν, "ότι ο Μάλικ είναι χριστιανός;"» Ωστόσο ο ίδιος ο Bradshaw παραβλέπει αυτό το γεγονός (άλλωστε ο Μάλικ είναι περισσότερο ένας ουμανιστής φιλόσοφος που αναφέρεται σε όλες τις θρησκείες) και κλείνει την κριτική του συμπεραίνοντας ότι, «η ταινία μπορεί να μην είναι για τον καθένα, αλλά κάνει πολλούς άλλους σκηνοθέτες να φαίνονται αδύναμοι και συνεσταλμένοι».