Τίτλος: Melancholia
Σκηνοθέτης: Lars von Trier
Παραγωγή: 2011
Ίσως η καλύτερη ταινία του σκηνοθέτη τα τελευταία χρόνια (κάπου εκεί με το Dogville). Ένας πλανήτης πλησιάζει την Γη και η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη (την παρακολουθούμε στην αρχή της ταινίας με ένα μουσικό βίντεο κλιπ, υπό τη συνοδεία του Τριστάνου). Πρωταγωνίστριες δύο αδερφές, η Justine και η Claire, καθεμία κουβαλάει ολόκληρο τσουβάλι ψυχικών διαταραχών -αλλιώς τι Τριερ θα ήταν- τόσο αλλόκοτων που ίσως να μην έχουν καν μελετηθεί από την ψυχιατρική. Η ταινία είναι άνισα χωρισμένη σε δύο μέρη, από θεματική άποψη, κάθε μέρος με τίτλο το όνομα μιας από της δύο δερφές.
Δυστυχώς το πρώτο μέρος είναι από τις χειρότερες δουλειές του σκηνοθέτη. Σκεφτείτε φθηνή σαπουνόπερα γυρισμένη εν μέρει σε Dogma 95 (αν και ο σκηνοθέτης έχει προ πολλού παρατήσει αυτό του το εγχείρημα), όπου κυριαρχεί η χειροκίνητη κάμερα και τα γκρο πλαν. Επίπεδες ερμηνείες, δραματικό σενάριο (στα όρια του κιτς), απίστευτα αφελής διάλογος. Σε αυτό συμβάλλουν αναμφίβολα και πολλοί τεχνικοί λόγοι: το σενάριο και οι διάλογοι προφανώς έχουν μεταφραστεί από τα δανέζικα σε αμερικάνικα, το καστ είναι μείγμα Αμερικάνων, Άγγλων, Δανών, Σκανδιναβών, Γερμανών κ.α. ηθοποιών, οι τοποθεσίες και τα σκηνικά δεν σε πείθουν ότι η ταινία διαδραματίζεται στην Αμερική (βέβαια μπορεί να διαδραματίζεται στην Ευρώπη - ωστόσο, αυτό θα καθιστούσε ανεξήγητη την τόση “αμερικανιά” που διέπει την ταινία). Ακόμα όμως κι αν θέλαμε να δικαιολογήσουμε τις αδυναμίες του πρώτου μέρους ψάχνοντας για τεχνικά σφάλματα, δεν μπορούμε παρά να μείνουμε άφωνοι με διαλόγους του στυλ, «Μην κοιμάσαι, χάνεις τον γάμο σου» (κι αυτό επειδή η πρωταγωνίστρια αποφάσισε την ώρα του γαμήλιου πάρτυ της να πάει να ρίξει έναν υπνάκο - ήμαρτον Κύριε!)
Το δεύτερο μέρος αποκτά λίγο βάρος επιτέλους. Η Justine πάσχει πλέον από κατάθλιψη (αδικαιολόγητο να βραβευτεί η Dunst στις Κάννες για την ερμηνεία της, καλή μεν, αλλά «μικρή» από όλες τις απόψεις). Αξιοθαύμαστο, είναι το μάλλον τυχαίο γεγονός ότι η κάθε μία από τις δύο αδερφές φαίνεται να παίρνει μορφή μέσα από το μέρος που δεν αναφέρεται στην ίδια, αλλά στην αδερφή της. Είναι η προσωπική μου άποψη, ωστόσο, ότι το πιο μεγάλο ενδιαφέρον κατά της διάρκεια της ταινίας πραγματικά βρίσκεται στο τι θα συμβεί με τον πλανήτη, όπου και το δημιούργημα αυτό του Τρίερ λειτουργεί απλώς σαν είδος επιστημονικής φαντασίας και όχι ως ψευτοψυχολογικό δράμα. Είναι οι λίγες στιγμές που η ταινία πάει κάπως να απογειωθεί και να αποκτήσει λίγο ενδιαφέρον: στιγμές αγωνίας, όπου η ταινία τολμά να λειτουργήσει λίγο υπαρξιακά, αν και σε πολύ μικρό βαθμό. Όμορφες, επίσης, κάποιες έντονα επεξεργασμένες φωτογραφίες, ειδικά υπό τη συνοδεία της βαγκνερικής μουσικής.
Ο Τρίερ δήλωσε ότι επηρεάστηκε πολύ από τον γερμανικό ρομαντισμό. Σε ελληνικά blog διάβασα ότι η ταινία έχει συναίσθημα. Η αλήθεια είναι ότι βλέποντάς την, μου προκαλεί τρόμο για το τι θα συμβεί αν ένας μετεωρίτης χτυπήσει τη γη, καθώς και φόβο μπροστά στην κατάθλιψη (αν και σε αυτή εντρυφήσαμε νομίζω αρκετά με την προηγούμενη ταινία του σκηνοθέτη.). Αν αυτό έννοουν συναίσθημα, ναι, τότε το ένιωσα. Κατά τα άλλα, οι εμμονές του Τρίερ έχουν αρχίσουν να κουράζουν και φαίνονται να έχουν απήχηση στους λίγους. Παραδόξως, αν και στην Ευρώπη δύσκολα η κριτική
και το κοινό παίρνουν τον Τρίερ στα σοβαρά, στην Ελλάδα φαίνεται να ισχύει το αντίθετο: υπάρχει κόσμος που πραγματικά πιστεύει ότι πρόκειται για σοβαρό σκηνοθέτη - παρεμπιπτόντως ο ίδιος φαίνεται να διασκεδάζει με τον τρόπο που προκαλεί στις Κάννες και το σόου που δίνει κάθε φορά στις συνεντεύξεις Τύπου- αν και ξένοι κριτικοί δηλώνουν πλέον ότι έχουν καταλάβει αυτές τις τακτικές του σκηνοθέτη.
Ευτυχώς, πάντως, στη συγκεκριμένη ταινία ο Τρίερ δεν προκαλεί με την υπερβολική βία και τους δογματισμούς που είχαν οι προηγούμενές του ταινίες. Αυτό το αναγνωρίζω και το επικροτώ. Άλλωστε η ταινία δεν είναι κακή. Είναι κακή προς μέτρια (εξου και η επιεικής βαθμολογία μου). Σε αφήνει με μια κάποια μελαγχολία (δεν το εννοώ ειρωνικά) και έχει μία ιδιόμορφη ατμόσφαιρα. Έχει καλή φωτογραφία, η λίγο faux ατμόσφαιρα συνηθίζεται, όσο για την θεϊκή μουσική, αν και καταντά κουραστική* μετά από τόση επανάληψη, δένει με κάποιες εικόνες. Κι ας ευχηθούμε ότι, αν ίδιος ο Βάγκνερ έβλεπε τη χρήση της στην ταινία του Τρίερ, δεν θα στριφογύριζε στον τάφο του.
*Να ξεκαθαρίσω ότι δεν εννοώ ότι η μουσική του Βάγκνερ είναι κουραστική, αντιθέτως ο Βάγκνερ είναι από τους αγαπημένους μου συνθέτες. Η επανάληψη ωστόσο του πρελούδιου μέσα στην ταινία είναι αυτή που κουράζει.
Προσωπική Αξιολόγηση: 4 / 11