Tuesday, September 22, 2009

Såsom i en spegel

 

glasscover

 

Τίτλος: Såsom i en spegel (Μέσα από τον Σπασμένο Καθρέφτη)

Σκηνοθέτης: Ingmar Bergman

Παραγωγή: 1961


Να και κάτι που δεν βλέπουμε συχνά: στην ταινία αυτή, ο Θεός φανερώνεται στην κεντρική πρωταγωνίστρια! Σας φαίνεται ενδιαφέρον; Διαβάστε παρακάτω η καλύτερα δείτε την ταινία.

Το «Μέσα από τον Σπασμένο Καθρέφτη» σηματοδοτεί την έναρξη της δεύτερης κινηματογραφικής περιόδου του Μπέργκμαν και ταυτόχρονα αποτελεί την πρώτη ταινία της «Τριλογίας της Σιωπής (του Θεού)». Όπως και οι υπόλοιπες δύο ταινίες της τριλογίας («Χειμερινό Φως» και «Η Σιωπή») έχουν παρομοιαστεί με έργα δωματίου (όπως και στη μουσική και στο θέατρο) λόγω της αμεσότητας τους, τη χρήση μίας βασικής ομάδας ηθοποιών, τη διαδραμάτιση σε συγκεκριμένη χρονική διάρκεια κτλ. Γι αυτό και η συγκεκριμένη ταινία έχει τέσσερις πρωταγωνιστές και περιορίζεται στο πανέμορφο νησί Φάρο μέσα σε ένα 24ωρο.

Παρακολουθούμε την άφιξη ενός πατέρα, καταξιωμένου συγγραφέα,  στο νησί Faro το καλοκαίρι, όπου εκεί βρίσκονται στο εξοχικό τους τα δύο του παιδία,  η Κάριν και ο Μίνους μαζί με τον σύζυγο της πρώτης. Το κεντρικό πρόσωπο εδώ είναι η Κάριν  η οποία βυθίζεται σταδιακά στη σχιζοφρένεια και την οποία υποδύεται  ε-ξ-α-ι-ρ-ε-τ-ι-κ-ό-τ-α-τ-α η Harriet Andersson. Η ταινία εξερευνά τις σχέσεις των τεσσάρων αυτών ανθρώπων επιχειρώντας έμμεσα μία σπάνια διείσδυση στον ψυχισμό τους. Ο Μπέργκμαν, έτσι, μας ξεδιπλώνει αργά  την εφηβική αφύπνιση της σεξουαλικότητας του Μίνους, την ανιδιοτελή αγάπη του Μάρτιν, συζύγου της Κάριν και πρόθυμο να θυσιαστεί για χάρη της, τον απόμακρο πατέρα που δεν διστάζει να εκμεταλλευτεί την ασθένεια της κόρης του, και φυσικά την ίδια την Κάριν. Αυτό το πολυσύνθετο ψυχογράφημα γίνεται με έναν τόσο φυσικό και άμεσο τρόπο όπως μόνο ο Μπέργκμαν καταφέρνει, κι εδώ δεν υπερβάλλω. Οποιοσδήποτε άλλος σκηνοθέτης επιχειρούσε το remake της ταινίας θα αποτύγχανε παταγωδώς. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος…

 stairs

Πρώτα απ’ όλα έχουμε τον μοναδικό Sven Nykvist ως διευθυντή φωτογραφίας να μας δίνει μάλλον την καλύτερη δουλειά του σε ταινία του Μπέργκμαν. Η κινηματογράφησή του λειτουργεί σε δύο κυρίως επίπεδα: στο πρώτο επίπεδο πρόκειται για την κινηματογράφηση των προσώπων καθαυτών, είτε βρίσκονται σε πρώτο πλάνο μόνα τους, είτε απεικονίζονται στο ίδιο πλάνο σε ζευγάρια (τυπικό πλάνο του σκηνοθέτη σε όλο σχεδόν το έργο του). Ο φωτισμός του κάθε προσώπου φαίνεται να προέρχεται από διαφορετική πηγή κι αυτό γιατί μαζί με τον Μπέργκμαν, ο Nykvist καταφέρνει να περάσει στον θεατή τη διάθεση και τον εσωτερικό κόσμο των πρωταγωνιστών, απλά αλλάζοντας τον φωτισμό του προσώπου τους. Παρατηρήστε, π.χ., πως συχνά η Κάριν φαντάζει απόκοσμα χλωμή, σαν να βγήκε από το «παραμύθι» που μας περιγράφει λεκτικά όποτε την πιάνουν οι νευρικές κρίσεις της. Στο δεύτερο επίπεδο ο φωτισμός αφορά τα τοπία, κι εδώ έχουμε να κάνουμε με το παιχνίδι ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, με κύρια συστατικά τη νυχτερινή θάλασσα, το φεγγάρι και τον μεταμεσονύκτιο ήλιο που κυριαρχεί στις όμορφες σκανδιναβικές χώρες το καλοκαίρι  (και στην περίπτωση της ταινίας, προσθέτει μία σαγηνευτικά παραμυθένια ατμόσφαιρα, όπως εισχωρεί από τα παράθυρα). Δεν θα ήταν υπερβολή να πως ότι η χρήση του φωτός το καθιστά τον πέμπτο πρωταγωνιστή της ταινίας.

glass2
Τώρα για τις ερμηνείες να πούμε ότι είναι το είδος της ερμηνείας που δεν συναντάς στο Χόλυγουντ. Συχνά ακούμε να κερδίζει το Όσκαρ ερμηνείας ο τάδε ηθοποιός για τον τάδε ρόλο και πιστεύουμε ότι πρόκειται για κάτι το ξεχωριστό. Για τον θεατή όμως που έχει δει Μπέργμαν, τα Όσκαρ ερμηνείας του Χόλυγουντ φαντάζουν γελοία. Και οι τέσσερις πρωταγωνιστές ερμηνεύουν τους ρόλους τους με τον πιο πειστικό τρόπο, με αποκορύφωση την Harriet Andersson που σε αφήνει άφωνο. Συχνά βλέπουμε τους πρωταγωνιστές να κοιτούν το κενό ή να βλέπουν τα άτομα απέναντί τους σαν προσπαθούν να τα διαπεράσουν, στην περίπτωση του Μπέργκμαν όμως (και κυρίως σε αυτή την ταινία) αυτό που ουσιαστικά επιχειρούν οι τέσσερις χαρακτήρες της ταινίας να κάνουν κοιτάζοντας το κενό, είναι μία μάταιη απόπειρα να κοιτάξουν πιο βαθειά μέσα τους.

glass1
Επιστρέφοντας πίσω στο σενάριο της ταινίας, νομίζω μου επιτρέπεται να μιλήσω λίγο παραπάνω γι αυτό χωρίς να αποκαλύψω πολλά…  Καταρχήν να πω ότι η ταινία ξεκινά με μία βαθειά ερμηνεία της 2ης σουίτας για τσέλο του Μπαχ που φαίνεται να ταιριάζει με τον εσωτερικό κόσμο και τον πόνο της Κάριν, ο οποίος πρέπει να πούμε ότι ξεδιπλώνεται αργά και φαίνεται να εκδηλώνεται αργά μες στη νύχτα, όταν ο μεταμεσονύκτιος ήλιος λάμπει απαλά ακόμα (στην ταινία η θάλασσα φαίνεται φωτισμένη μέσα από ένα ανοικτό παράθυρο σε διάφορα δωμάτια του σπιτιού, και η φυτογραφική ατμόσφαιρα είναι τέτοια που πραγματικά είναι λες και νιώθεις την υγρή καλοκαιρινή αύρα). Το ξύπνημα της Κάριν μες στη νύχτα ξεκινά από έναν τρομακτικό ήχο κάποιου πουλιού και συνεχίζεται στην εγκαταλελειμμένη σοφίτα (το ισχνό φως να διαπερνά το σκοτάδι συνεχώς) όπου ακούει φωνές να την καλούν μέσα στον τοίχο: στον απόκρυφο αυτό κόσμο της –όπως η ίδια θα μας περιγράψει- είναι μέρος μιας ομάδας ανθρώπων που γονατισμένοι περιμένουν να ανοίξει η πόρτα και να εμφανιστεί ο… Θεός!!! Η πόρτα θα ανοίξει κάποια στιγμή και ο Θεός θα εμφανιστεί στην Κάριν στην κλιμάκωση της ταινίας. (Αν θέλετε λοιπόν να Τον δείτε κι εσείς όπως φανερώθηκε στον Μπέργμαν και την Κάριν δεν έχετε παρά να δείτε την ταινία!)

Ένα παράξενο συναίσθημα με κάνει να θέλω να γράψω τόσα πολλά γι αυτή την ταινία, αλλά από την άλλη ο σεβασμός μου για τέτοια έργα τέχνης δεν μου το επιτρέπει. Ναι, για τόσο μεγάλο έργο πρόκειται. Το «Μέσα από το Σπασμένο Καθρέφτη» βρίσκει τον Μπέργκμαν αλλά και τον κινηματογράφο στο απόγειό του. Η ταινία είναι άριστη από όλες τις πλευρές, υπενθυμίζοντάς μας την αναγκαιότητα της Τέχνης απέναντι στη ματαιοδοξία της ανθρώπινής ύπαρξής μας.

Προσωπική Αξιολόγηση:    10 / 11


Το γελοίο αμερικάνικο τρέιλερ ήταν το μοναδικό δυστυχώς που βρήκα:

Inglourious Basterds

 

Λέω ΟΚ θα δω άλλη μία διασκεδαστική ταινία του Ταραντίνο και προετοιμάστηκα για μία χαλαρή βραδιά με ποπ κορν διαίτης και κόκα-κόλα light. Που να ξέρω τι με περιμένει;;; Από τις πιο ανέμπνευστες και προσβλητικές ταινίες που έχω δει τα τελευταία χρόνια -- χωρίς υπερβολή. Γι αυτό και το ανεπίσημο review στο blog μου.

Η ταινία ξεκινά με κακόγουστη παραλλαγή του Fur Elise να ακούγεται στη γαλλική εξοχή κι εδώ να πω ότι βρήκα το soundtrack πιο αλαλούμ και από την πλοκή της ταινίας και τα αμέτρητα κενά στο σενάριο. (Πηγαίνοντας στο imdb θα διαπιστώσετε ότι σπάνια μία ταινία έχει τόσα λάθη, ανακρίβειες και κενά στο σενάριο όσο το Inglourious Basterds.) Έπειτα οι κακόγουστες σκηνές διακατέχονται η μία την άλλη. Χωρίς προειδοποίηση ο θεατής βλέπει τον Brad Pitt (η πιο άσχημη του ερμηνεία;) και την παρέα του να αφαιρούν τα σκαλπ των ναζί, σε μία σκηνή που προκαλεί αναγούλα, είναι περιττή και απευθύνεται σε 18χρονους φαν των σπλάττερ. Κανείς σοβαρός σινεφίλ δεν θα μπορούσε να εγκρίνει την ωμότητα αυτή της φρικαλέας σκηνής και από τις λίγες φορές που αναγκάζομαι και τάσσομαι είμαι υπέρ λογοκρισίας στην τέχνη όταν πρόκειται για τόσο κακόγουστες σκηνές χωρίς λόγο ύπαρξης. Με παρόμοιο τρόπο, η σκηνή στο κελάρι περιέχει μία συζήτηση για ουίσκι όπου ο διάλογος αγγίζει τα όρια σαπουνόπερας. Η σκηνή όπου ο Landa (Cristoph Waltz) τρώει ανάγωγα στο εστιατόριο είναι απίθανη και η συμπεριφορά του αδικαιολόγητη για ανώτερο στέλεχος (στην Ελλάδα στην σχολή Ευελπίδων από τις κατώτερες βαθμίδες μαθαίνουν να τρώνε σωστά) και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εκλεπτυσμένη συμπεριφορά που έδειξε στην αρχή της ταινίας. Η σκηνή προς το τέλος όπου η πρωταγωνίστρια βάφεται μπροστά από τον καθρέφτη θυμίζει διαφήμιση των 80s για μάσκαρα. Σταματάω όμως με τις ανακρίβειες, όπως είπα υπάρχει ολόκληρη λίστα στο imdb για όποιον ενδιαφέρεται, απλά ας πάει στο τμήμα με τίτλο “goofs”.

Οι ερμηνείες από κακές ως μέτριες. Το σενάριο γεμάτο κενά και λάθη. Η σκηνοθεσία ίσως η χειρότερη του Ταραντίνο μέχρι σήμερα. Μία ταινία όπου για άλλη μια φορά οι Αμερικάνοι φαντάζουν πιο πολιτισμένοι και ως σωτήρες του πλανήτη. Ενώ οι Ευρωπαίοι παρουσιάζονται ως καρικατούρες (η συνάντηση στο γαλλικό καφέ εμπεριέχει όλα τα δυνατά κλισέ για την μποέμ γαλλική ζωή), κάθε φορά που ένας Αμερικάνος εξολοθρευτής εμφανίζεται ακούγεται επική η μουσική. (Και όχι δεν είμαι προκατειλημμένος, αντιθέτως θαυμάζω την Αμερική).

Βαθμολογώ με μείον ταινίες που όχι μόνο είναι κακής ποιότητας, αλλά μπορούν να είναι είτε προσβλητικές για την νοημοσύνη και το ήθος του θεατή και των ανθρώπινων αξιών, είτε επικίνδυνες για την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Τo Inglourious Basterds πιστεύω ανήκει και στις δύο τελευταίες κατηγορίες, γι αυτό και δεν θα γράψω άλλο για αυτό. Ταινία για ηλικίες 15-20 ίσως (και άκρως επικίνδυνη η προβολή της σε άτομα τέτοιας ηλικίας). Είναι σαν ο σκηνοθέτης να φτύνει την Τέχνη και το αξίωμά της κατάμουτρα και να κινηματογραφεί απλά ένα τρίτης διαλογής προϊόν με το προσωπικό του στυλ. 

Προσωπική Αξιολόγηση:   -7/11


ΠΡΟΣΟΧΗ
: Ταινία επικίνδυνη, για όλες τις ηλικίες (από άποψη βίας, ρατσισμού και ιστορικής ανακρίβειας). Προτείνονται αντί αυτού -αν ενδιαφέρεστε για πρόσφατη σοβαρή τέχνη που καταπιάνεται με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο- από ταινίες Η Κάθοδος (Der Untergang) του Hirschbiegel και από βιβλία οι Ευμενίδες του Λίττελ (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη).

ΥΓ. Για όσους πιστεύουν ότι είμαι υπερβολικός ας διαβάσουν και κριτικές καταξιωμένων κριτικών στο εξωτερικό όπως της Guardian,  των New York Times, των Times και αυτή του New Yorker (βέβαια ότι στην Ελλάδα τέτοιες ταινίες θεοποιούνται από το κοινό λέει πολλά και για την παιδεία του Έλληνα θεατή αλλά και για την ποιότητα της ταινίας). Τέλος, πριν κάποιος μου πει πάλι ότι δεν κατάλαβα την ταινία, η απάντηση μου είναι: δεν υπάρχει κάτι να καταλάβω – η ταινία είναι βατή παρά το πανζουρλισμό και τα σεναριακά λάθη.