Monday, May 25, 2009

Κάννες 2009: Συγχαρητήρια στον Μ. Χάνεκε!

hanekeAward Ο Μίκαελ Χάνεκε μεγάλος νικητής, με τον Χρυσό Φοίνικα.

Το φετινό Φεστιβάλ Καννών χαρακτηρίστηκε ως η επιστροφή του καλού σινεμά, αφού χρόνια τώρα είχαν να συγκεντρωθούν τόσο σπουδαίοι auters σε έναν διαγωνισμό. Μεγάλος νικητής ο Michael Haneke που με την ταινία του Das Weisse Band (Η Λευκή Κορδέλα) κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα. Πέρα από την υψηλή ποιότητα των διαγωνιζόμενων ταινιών όμως, το φεστιβάλ συζητήθηκε αρκετά και για την προκλητικότητα τους.

Και ποιος πιο προκλητικός από τον Λαρς φον Τριερ; Η ταινία του Αντίχριστος σόκαρε κοινό και κριτικούς και αντιμετωπίστηκε κατά τη διάρκεια της προβολής της με γιουχαΐσματα, σφυρίγματα, φωνές και 4 λιποθυμίες. Και σαν μην έφτανε αυτό, η αφιέρωση της ταινίας στον Ταρκόφσκι φαίνεται ότι εξόργισε ακόμα περισσότερο τους κριτικούς. Πάντως η ταινία κατάφερε να «κερδίσει» ένα αντί-βραβείο: Το Ecumenical Prize δίνεται κάθε χρόνο σε ταινίες που προωθούν ανθρωπιστικές και πνευματικές αξίες. Ωστόσο, ο πρόεδρος της οικουμενικής επιτροπής φέτος αποφάσισε να κατηγορήσει την ταινία του Τριέρ λέγοντας, «Δεν μπορούμε να μείνουμε σιωπηλοί μετά από αυτό που προκαλεί αυτή η ταινία…Είναι η πιο ‘μισογυνιστική’ ταινία, από τον αυτοαποκαλούμενο μεγαλύτερο σκηνοθέτη του κόσμου». (Ο ίδιος ο Λαρς φον Τρίερ πρόσφατα δήλωσε ότι δεν θα μπει στη διαδικασία να δικαιολογήσει την ταινία του, επειδή είναι ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης στον κόσμο!!!) Πάντως η ταινία έφυγε με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την Charlotte Gainsbourg.

anticr Εικόνα από τον Αντίχριστο του Λαρς φον Τριέρ.

Άλλη ταινία που προκάλεσε αντιδράσεις στους κριτικούς ήταν το Inglourious Basterds του Tarantino. Η ταινία πήρε από καλές μέχρι πολύ κακές κριτικές, με τον Peter Bradshaw της Guardian να το χαρακτηρίζει ως απίστευτα βαρετό και χωρίς νόημα, ενώ για τον Brad Pitt που πρωταγωνιστεί στην ταινία, μίλησε για την χειρότερη ερμηνεία του μέχρι σήμερα. O συμπρωταγωνιστής του όμως, ο Αυστριακός Christoph Waltz κατάφερε να αποσπάσει το βραβείο ανδρικής ερμηνείας. Μετά τις κριτικές της ταινίας, ο Ταραντίνο δεν παρευρέθηκε στην τελετή απονομής.

Αίσθηση έκανε η ταινία του Jacques Audiard's Un Prophète η οποία πήρε πολύ καλές κριτικές από παντού γι αυτό και πολύ τη θεώρησαν το φαβορί για τον Χρυσό Φοίνικα, αν και τελικά έφυγε με το Μεγάλο Βραβείο.

Έκπληξη ήταν το βραβείο σκηνοθεσίας στον Brillante Mendoza για την ταινία Kinatay, ενώ αισθητή ήταν η αποτυχία της ταινίας Bright Star της Jane Campion (Μαθήματα Πιάνου) να πάρει κάποιο βραβείο. Παρόμοια, χλιαρή μεταχείριση από την επιτροπή έτυχε και η νέα ταινία του Almodovar. Με αποδοκιμασία από τον Τύπο αντιμετωπίστηκε η βράβευση με το Βραβείο Επιτροπής του Thirst του Park Chan-Wook (Old Boy) και του Fish Tank της Andrea Arnold.

Επίσης, να αναφέρουμε την ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, Κυνόδοντας, που κατάφερε να αποσπάσει το βραβείο καλύτερης ταινίας στην κατηγορία Un Certain Regard (Ένα Κάποιο Βλέμμα)!

Εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι πολλοί κριτικοί και δημοσιογράφοι έμειναν έκπληκτοι με την βράβευση του Χάνεκε με τον Χρυσό Φοίνικα, αφού δεν περίμεναν να κερδίσει το πρώτο βραβείο. Έχω ήδη αναφέρει ότι είχα προβλέψει την νίκη του Χάνεκε, και αυτό δεν ήταν δύσκολη υπόθεση: για κάποιον που παρακολουθεί τις βραβεύσεις του φεστιβάλ κάθε χρόνο, μπορεί εύκολα να διακρίνει συγκεκριμένες τακτικές που ακολουθεί η επιτροπή. Υπάρχουν κάποια μεγάλα ονόματα στον ευρωπαϊκό κινηματογράφο που παίρνουν μέρος στον διαγωνισμό συχνά με σκοπό να αποσπάσουν το πρώτο βραβείο, και κάποια στιγμή θα το πετύχουν. Πόσο μάλλον όταν αυτοί οι σκηνοθέτες έχουν φτάσει τόσο κοντά στην πηγή, σε προηγούμενα φεστιβάλ, κερδίζοντας είτε το Μεγάλο Βραβείο ή το Βραβείο της Επιτροπής ή το FIPRESCI (και μια και το έφερε ο λόγος, ο Haneke απέσπασε και το FIPRESCI φέτος). Ενδεικτικά να αναφέρω τον Αγγελόπουλο, τον Κουστουρίτσα, τον Λαρς φον Τριέρ και τώρα η σειρά του Χάνεκε. Σκηνοθέτες που κερδίζοντας ένα από τα μεγάλα βραβεία, ήταν ένα βήμα πριν τον Χρυσό Φοίνικα (ο οποίος θα ακολουθούσε με την επόμενή τους ταινία). Χωρίς να θέλω να αφήσω να εννοηθεί ότι ο Χάνεκε δεν άξιζε το βραβείο. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές και προσωπικά δεν έχω κρύψει ποτέ ότι για μένα είναι ο σημαντικότερος εν ζωή σκηνοθέτης. Συγχαρητήρια λοιπόν στον Michael Haneke και σε ένα Φεστιβάλ που ειδικά φέτος είχε πολλές ποιοτικές ταινίες να αναδείξει.

Δείγμα της άψογης φωτογραφίας που υπόσχεται η νικήτρια ταινία του Χάνεκε.

Sunday, May 24, 2009

Καννες 2009: Τα βραβεία!


Μόλις ανακοινώθηκαν τα βραβεία για το φετινό Φεστιβάλ Καννών 2009.

Όπως πολύ σωστά είχα προβλέψει στην προηγούμενη ανάρτησή μου (και στα σχόλια) τον Χρυσό Φοίνικα πήρε ο Haneke με το Das Weisse Band.

To μεγάλο βραβείο στον Audiard, για την ταινία του Un Prophete, που ήταν φαβορί για τον Χρυσό Φοίνικα.

Θα ακολουθήσει ενημερωμένη ανάρτηση σε λίγες ώρες. Προς το παρόν εδώ η λίστα με όλες τις βραβεύσεις.

Την άποψη μου για τον Hanake την έχω ξαναπεί: ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης της εποχής μας! Οπότε και φυσικά και χάρηκα για την αναγνώρισή του, για την οποία ήμουν και σίγουρος χωρίς να δω την ταινία.

Tuesday, May 12, 2009

Mouchette

Γιατί διαφωνώ με τις τεχνικές κάποιου σκηνοθέτη και ωστόσο λατρεύω τις ταινίες του!

Mouchette


Τίτλος: Mouchette

Σκηνοθέτης: Robert Bresson

Παραγωγή: 1967


Πώς γίνεται να διαφωνείς με τη σκηνοθετική προσέγγιση ενός σκηνοθέτη, αλλά παρ' όλα αυτά να βρίσκεις αριστουργηματικές τις ταινίες του;

Αυτό ακριβώς συμβαίνει με εμένα και τον Bresson. Ιδού και η προσέγγιση και απόψεις του για το σινεμά με τις οποίες και διαφωνώ:

Ο Bresson έλεγε λοιπόν ότι δεν τον ενδιαφέρει να κάνει ένα είδος δραματικού θεάτρου με τις ταινίες του. Πίστευε ότι για το δράμα αρκεί το θέατρο, ενώ ο σκοπός του κινηματογράφου είναι να βρει νέους τρόπους να μιλήσει στον θεατή. Γι αυτό και η μουσική σπανίζει από τις ταινίες του, ή μάλλον είναι ελάχιστη. Σπάνια επίσης χρησιμοποιεί επαγγελματίες ηθοποιούς, ενώ επιμένει να γυρίζει κάθε σκηνή ακόμα και δεκάδες φορές, συχνά εξαντλώντας τους "ηθοποιούς" του. Σκοπός να κάνει τους τελευταίους να "ξεχάσουν" ότι υποδύονται κάποιον ρόλο. Το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά φυσικό είναι.

Που βρίσκεται λοιπόν η διαφωνία μου με το σινεμά του Bresson; Καταρχήν, πιστεύω ότι στο σινεμά ένας δημιουργός οφείλει να χρησιμοποιεί όλα τα τεχνητά μέσα που έχει στη διάθεση σου, για να φτιάξει κάτι πολυσύνθετο από τη στιγμή που έχεις αυτή τη δυνατότητα: φωτισμό, πολύπλοκες αλλαγές πλάνων, απαιτητικό μοντάζ, επαγγελματίες ηθοποιούς, σίγουρα μουσική (αυτή άλλωστε είναι και η μαγεία του σινεμά και η βασική διαφορά του από το θέατρο). Ο Bresson σχεδόν πάντα στήνει την κάμερα ακριβώς στο κέντρο του πλάνου, και από μέτρια ή κοντινή απόσταση, εστιάζοντας κατεξοχήν στον ηθοποιό. Είναι μία τεχνική που προσωπικά βρίσκω αποπνικτική -- ομολογώ ότι μου λείπουν τα μεγάλα, πανοραμικά πλάνα και οι αργές λήψεις από απόσταση που συχνά σου δίνουν τη δυνατότητα να στοχαστείς και να κάνεις κάποια ανασκόπηση. Από την άλλη, με το να χρησιμοποιεί μη επαγγελματίες ηθοποιούς σε αποστασιοποιεί, κατά κάποιον τρόπο, από τους ήρωες του. Οι ερμηνείες τους είναι από αδιάφορες, ως υπερβολικές και απλά κακές (αν και, παραδόξως, κατά κάποιον τρόπο οι βασικοί πρωταγωνιστές καταφέρνουν να ξεχωρίσουν). Εν τέλει, νομίζω ότι ο Bresson με το σινεμά του καταφέρνει περισσότερο να αποδώσει αυτό που ακριβώς αποφεύγει: το θέατρο. Με την εστίαση στους χαρακτήρες, τον συχνά αφύσικο διάλογο, την στατική κάμερα, την υπερβολική ερμηνεία.

mouch

Κι όμως ξαναβλέποντας χθες το Mouchette του 1967, από τις καλύτερες δημιουργίες του Bresson, δεν μπορώ να κρύψω πόσο με άγγιξε. Ναι, όλα τα στοιχεία που με ενοχλούν στο σινεμά του ήταν εκεί. Όμως μόνο το βλέμμα της πρωταγωνίστριας είναι αρκετό για να σε πείσει για τις διαθέσεις του σκηνοθέτη.

Το σενάριο είναι διασκευασμένο από το μυθιστόρημα γάλλου συγγραφέα Georges Bernanos, το οποίο εκδόθηκε το 1937. Βασικά παρακολουθούμε την 14χρονη Mouchette (Nadine Nortier) να προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα σκληρό και άκαρδο κόσμο όλο υποκρισία. Η μητέρα της αργοπεθαίνει, ο πατέρας της αλκοολικός. Η ίδια η Mouchette είναι η μόνη που μπαίνει στο σχολείο με τα φτωχά και βρώμικα ρούχα της, γεμάτα τρύπες, σωστά κουρέλια. Η δασκάλα την εξευτελίζει. Οι συμμαθητές της την κοροϊδεύουν και γελάνε μαζί της. Η αντίδραση της Mouchette είναι να κρύβεται σε ένα χαντάκι πριν και μετά το σχολείο για να πετάει πέτρες και χώματα στις συμμαθήτριες της. Ή πριν μπει στην εκκλησία, να βουτάει επίτηδες τα παπούτσια της (παντόφλες είναι στην ουσία) στη λάσπη για να λερώσει το πάτωμα. Η Mouchette φαίνεται να μισεί τους πάντες εκτός από έναν: έναν επιληπτικό μεθύστακα που της ομολογεί ότι πιθανώς μες στη μέθη του να έχει διαπράξει φόνο (Jean-Claude Guilbert, από τους λίγους ηθοποιούς που εμφανίζονται σε ταινίες του Bresson). Αν και αρχικά θα της εμπιστευθεί τα πάντα, αργότερα ο ίδιος δεν θα διστάσει να της επιτεθεί. Η Mouchette παρ’ όλα αυτά θα τον βοηθήσει, του υπόσχεται να κρατήσει το μυστικό του, και ακόμα κι όταν αυτός προσπαθήσει να τη βιάσει, αυτή θα τον αγκαλιάσει εγκάρδια.

Η ταινία έχει πολλά επίπεδα, αλλά κυρίως λειτουργεί σαν μια χριστιανική παραβολή πάνω στην ανιδιοτελή αγάπη και τη σαθρότητα της κοινωνίας. Όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο κριτικός, Dennis Schwartz, δεν πρόκειται για μία ταινία που αφορά την Mouchette, αλλά όλη την ανθρωπότητα, τον καθέναν από εμάς. Γιατί, κακά τα ψέματα, λίγο-πολύ οι περισσότεροι από εμάς έχουμε παίξει και τους δύο ρόλους: από τη μία έχουμε υπάρξει σαν την Mouchette κάποια στιγμή, από την άλλη αποτελούμε μέρος μιας κοινωνίας που σαπίζει ηθικά και περιφρονεί κάθε Mouchette. Αν και δυστυχώς, στο τέλος, είναι λίγα οι άνθρωποι που έχουν το θάρρος και την τόλμη της νεαρής πρωταγωνίστριας: πραγματικά πιστεύω ότι αυτοί που μπορούν να κατανοήσουν τον ορισμό της ανιδιοτελής αγάπης (που είναι και η μόνη πραγματική αγάπη), είναι ελάχιστοι.

5.0.3

Δεν θα αναφερθώ στο συγκλονιστικό τέλος της ταινίας με όλη την απλότητα που το σκηνοθετεί ο Bresson, όχι για να μην αποκαλύψω τι συμβαίνει, αλλά για να αφήσω τον θεατή να βιώσει από μόνος του την αμεσότητα και ειλικρίνεια με την οποία ο σκηνοθέτης θα προσπαθήσει να επικοινωνήσει μαζί του. Τελικά, συνειδητοποιώ ότι ίσως εκεί να βρίσκεται και η δύναμη αυτού του σκηνοθέτη: στο γεγονός ότι αποφεύγει τελείως το δράμα: Το παραπάνω σενάριο ακούγεται σίγουρα μελοδραματικό. Όμως ο Bresson καταφέρνει να αποφύγει τελείως το συναίσθημα, για να φτάσει... στο συναίσθημα. Ότι είναι ένας ποιητής του κινηματογράφου το παραδέχομαι, κι ας έχω διαφωνήσει με τις τεχνικές τους (προσωπικά γούστα είναι αυτά άλλωστε, που αφορούν καθαρά την τεχνική του σκηνοθέτη): τόσο η σκηνή που η Mouchette ταΐζει το μωρό-αδερφό της, καδραρισμένη και φωτισμένη από τον φακό σαν μία Μαντόνα, όσο και η σκηνή με τα πτηνά στην αρχή και τα λαγουδάκια στο τέλος, επιβεβαιώνουν την ικανότητα μερικών σκηνοθετών να γράφουν ποίηση επί της οθόνης με τις πιο απλές τεχνικές (χωρίς το παραμικρό ειδικό εφέ ή καν μουσική).

Μία πολύ ανθρώπινη ταινία (και με την καλή και με την κακή έννοια) που σε αγγίζει σε πολλά επίπεδα και που ο καθένας οφείλει να δει με την πρώτη ευκαιρία, γιατί μας αφορά όλους.

Προσωπική Αξιολόγηση: 9,5 / 11


Απόσπασμα από την ταινία: